Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

ΒΟΤΑΝΑ ΠΟΥ ΣΥΝΑΝΤΑΜΕ ΣΤΗΝ ΟΡΘΡΥ

ποφέρω.

Γκαβώνομαι: Χάνω το φως μου. «Αυτός γκαβώθηκε κι απ' τα δύΒΟΤΑΝΑ  ΑΥΤΟΦΥΟΜΕΝΑ  ΣΤΙΣ  ΠΛΑΓΙΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΡΥΣ




Είναι γνωστό ότι σε ολόκληρη την οροσειρά της  Όρθρυς αυτοφύονται  βότανα εκατοντάδες σπάνια φυτά που χάρισε η φύση με τόση «γενναιοδωρία», τα οποία χρησιμοποιεί ο άνθρωπος από τα πρώτα βήματά του πάνω στη Γή, είτε ως τροφή είτε ως φάρμακο. Η φύση αποτελεί το μεγαλύτερο φαρμακείο και το μυστικό της υγείας και της ομορφιάς βρίσκεται καλά κρυμμένο στα αυτοφυή φυτά-βότανα. Προσοχή όμως, τα βότανα είναι και πρέπει να αντιμετωπίζονται ως φάρμακα, γι'αυτό πάντοτε να συμβουλεύεστε το γιατρό σας πριν από τη λήψη τους.    


. Εκτός από τις μοναδικές ποικιλίες της ρίγανης και του τσαγιού, που όπως προανέφερα αυτοφύονται στις Παρυφές του Τυμφρηστού, υπάρχουν εκατοντάδες φυτά – βότανα που δεν έτυχαν ιδιαίτερης προσοχής όπως ο κρόκος, το σαλέπι (ορχιδέα) τριών ειδών (κόκκινο, μπλέ και άσπρο), το κώνειο και άλλα που αναφέρονται στη συνέχεια σε αναλυτικό κατάλογο. 
[ Σύμφωνα με το λεξικό της Οξφόρδης : «… τα φυτά των οποίων τα άνθη, τα φύλλα, ο βλαστός, ο καρπός, η φλούδα και οι ρίζες τους χρησιμοποιούνται, ως τροφή ή φάρμακο, ή με άλλο τρόπο, λόγω του αρώματος ή της γεύσης τους, ονομάζονται βότανα …». Συνεπώς, ακόμη και μεγάλα φυτά όπως η καστανιά, η καρυδιά, η μουριά, η φλαμουριά (τίλιο), η βελανιδιά, το έλατο, το πλατάνι, το πουρνάρι, ο μέλεγος, η κρανιά κ.ά, θεωρούνται φυτά - βότανα, διότι οι καρποί τους και τα φύλλα τους χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική ]

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΥΤΟΦΥΟΜΕΝΩΝ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΩΝ 
 ΦΥΤΩΝ - ΒΟΤΑΝΩΝ

Αγιόκλημα. Φυτό φυλλοβόλο αναρριχώμενο. Τα φύλλα του βγαίνουν αντίθετα και τα άνθη του είναι λευκά ή κιτρινωπά που μοσχοβολούν. Πρόκειται για το γνωστό φυτό που απαντάται σε πολλά μέρη της Ελλάδος. Το αιθέριο έλαιο, απ’αυτό το γνωστό διακοσμητικό φυτό με τα λευκά ή κιτρινωπά αρωματικά άνθη, θεωρείται πολύτιμο για την Φαρμακοποιία. Το αιθέριο έλαιο λαμβάνεται με απόσταξη, έχει μυοχαλαρωτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται κατά της αϋπνίας, την ψαμμίαση κ.λ.π. Το αφέψημα από τα άνθη του είναι ευστόμαχο και διουρητικό και μπορεί να αντικαταστήσει το τσάι. Το αγιόκλημα έχει αντιφλεγμονώδη δράση και βοηθά στην αποβολή του πύου από τις αμυγδαλές. Για να ετοιμάσετε το ρόφημα, θα ρίξετε σε ένα φλιτζάνι νερό 15 γρ. ανθό από αγιόκλημα και θα το βράσετε  για 5 λεπτά. Πιείτε το με άδειο στομάχι, μισή ώρα πριν το φαγητό. Σε μορφή λοσιόν είναι κατάλληλο και για δερματικές παθήσεις.

Αγριάδα. Είναι ποώδες πολυετές φυτό, φυτρώνει σε πολλά μέρη και είναι ένα από τα ενοχλητικότερα και πιο δυσεξόντωτα ζιζάνια των αγρών. Το ρίζωμα του φυτού όμως έχει σπουδαίες θεραπευτικές ιδιότητες, γνωστές από την αρχαιότητα,  με την πιο βασική του ιδιότητα την ανακούφιση που προσφέρει στα συμπτώματα από προβλήματα του προστάτη. Συλλέγεται κατά τον Σεπτέμβριο, πλένεται καλά και ξεραίνεται επί 10 -15 ημέρες σε σκιερό μέρος. Θεραπευτική χρήση : Δυσουρία, κυστίτιδα, ουρηθρίτιδα, προστατίτιδα, χολολιθίαση, ψαμμίαση, αρθριτικά. Η αγριάδα είναι ένα από τα πιο χρήσιμα φαρμακευτικά φυτά και συμπεριλαμβάνεται σε πολλούς συνδυασμούς για την θεραπεία του προστάτη. Είναι μαλακτικό χωρίς παρενέργειες καθαρίζει τον οργανισμό από τις τοξίνες και μειώνει την χοληστερίνη του αίματος. (Για αφέψημα: Ρίχνουμε δύο κουταλιές του τσαγιού κομμένο ρίζωμα σε ένα φλιτζάνι νερό και το σιγοβράζουμε για 10 λεπτά. Σουρώνουμε και πίνουμε έως τρεις φορές την ημέρα). 


Αγριομάρουλο ή Πικραλίδα ή Πικραφάκα ή Ταραξάκος. Το όνομα Ταραξάκος πρέπει να προέρχεται από την λέξη «Τάραξις», με την οποία οι ιατροί του Μεσαίωνα ονόμαζαν κάποια ανωμαλία των οφθαλμών και για την θεραπεία χρησιμοποιούσαν αυτό το φυτό. Θεωρείται ένα από τα καλύτερα χολαγωγά φυτά, είναι τονωτικό, αντισκορβουτικό, διουρητικό, αποτοξινωτικό κ.ά. Είναι πλούσιο σε βιταμίνη Α, C, D, σίδηρο, κάλιο, μαγνήσιο, βιταμίνες του συμπλέγματος Β, όπως νιασίνη, ριβοβλαμίνη, θειαμίνη κ.ά. Χρησιμοποιείται όλο το φυτό και κυρίως ή ρίζα του η οποία συλλέγεται την άνοιξη. Η ρίζα και ο γαλακτώδης χυμός περιέχουν μια πικρή ουσία που δημιουργεί ένα ερέθισμα στον οργανισμό που διεγείρει τις εκκρίσεις της χολής. Θεραπευτική χρήση: Βήχας, διαβήτης, κατάγματα, κρεατοελιές, παχυσαρκία, σκορβούτο, διόγκωση, σπλήνας, υδρωπικία, χλώρωση, χολολιθίαση κ.ά. Γενικά το ταπεινό αγριοράδικο είναι ένα από τα πιό θαυματουργά βότανα αφού συμβάλλει συνολικά στην καλή λειτουργία του οργανισμού.

Αγριοτριανταφυλλιά. Αγκαθωτός αυτοφυόμενος θάμνος, ύψος 1- 3 μέτρα, με φυλλάρια λεία, πριονωτά (Ο Θεόφραστος την ονομάζει κυνόρροδον). Τα άνθη της, ρόδινα ή λευκά, εμφανίζονται κατά το τέλος της ανοίξεως και τις αρχές του καλοκαιριού. Οι πορτοκαλόχροοι καρποί καθώς και τα άνθη της χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην φαρμακευτική, λόγω των πολύτιμων ιδιοτήτων τους (στυπτικά, καθαρτικά, διουρητικά, καταπραϋντικά). Οι καρποί και τα άνθη της παρουσιάζονται ως φυσικοί συμπυκνωτές βιταμινών (Α-καροτίνη, Β2, R, K, E), ενώ παράλληλα είναι πλούσιοι σε σάκχαρο, κιτρικό οξύ, μεταλλικά άλατα, και τανίνες.  Το αφέψημα θεωρείται ιδανικό, για ραχιτισμό, τονωτικό σε λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, στο στομάχι, την ατονία, την ανορεξία, την δυσπεψία κ.λ.π. Έχει στυπτικές ιδιότητες και βοηθά στην καταπολέμηση της διάρροιας και των κολικών των εντέρων. Επίσης θεωρείται πολύ αποτελεσματικό αντισηπτικό για τις μολύνσεις των βλεφάρων και των οφθαλμών. Τα άνθη και οι καρποί της χρησιμοποιούνται για γλυκά του κουταλιού, μαρμελάδες, σιρόπια και ζεστά ροφήματα με έξοχη γεύση. Θεραπευτική Χρήση: Αϋπνία, ραχιτισμό, εντερίτιδα, οφθαλμίτιδα, συνάχι. 


Αμάραντος ο αείζωος (Sempervivum).  "... Για ειδέστε τον αμάραντο σε τι βουνό φυτρώνει. Φυτρώνει μεσ' τα δύσβατα στις πέτρες στα λιθάρια..." 

  χιλιοτραγουδισμένο αυτό φυτό, απαντάται σε κοιλότητες βράχων στις «Παρυφές του Τυμφρηστού» («Οξυά», «Σαράνταινα», «Κοκκάλια»), αλλά και σε άλλες ορεινές περιοχές της Ελλάδος. Σύμφωνα με τον μύθο ο Δίας πρόσφερε το φυτό αυτό στους ανθρώπους για να προστατεύονται από τους κεραυνούς και τη φωτιά. Υπάρχουν αναφορές που χρονολογούνται πριν από 2000 χρόνια, για την ανάπτυξη του φυτού αυτού στις πλακοσκεπείς στέγες των σπιτιών. Το γένος του αείζωου αμάραντου (Sempervivum) περιλαμβάνει 40 περίπου είδη (οικογένεια Κρασσουλίδες - Crassulaceae) και εντοπίζονται σε περιοχές με υψόμετρο πάνω από 1200 μέτρα. Αναπτύσονται κυρίως σε προσήλια σημεία σε σχισμές βράχων ή σε επικλινή εδάφη με αραιή βλάστηση. Είναι ανθεκτικό αειθαλές πολυετές φυτό με φύλλα γκριζοπράσινα, οβάλ, μυτερά σαρκώδη και με βλαστό που φθάνει τα 5 εκατοστά. Κατά την ανθοφορία του φυτού ορθώνεται στο κέντρο του κορμού ένας βλαστός με αστερόμορφα κόκκινα ή ρόδινα ή κίτρινα άνθη, που ανθίζουν από τον Ιούνιο έως και το Σεπτέμβριο. Όλα τα είδη του αείζωου αμάραντου εκβάλουν παραφυάδες που συγκεντρώνονται γύρω από τη βάση του μητρικού φυτού και κάθε μία έχει το δικό της ριζικό σύστημα. Το φύλλο είναι στυπτικό. Το θραύετε στη μέση, πιέζετε το χυμό από το φύλλο και το αλείφετε σε εγκαύματα, δήγματα εντόμων και άλλα δερματικά προβλήματα. Ο χυμός αυτός είναι καταπραϋντικό του δέρματος μετά από επαφή με τσουκνίδες. Για να μαλακώσει το δέρμα γύρω από κάλους, δένετε ένα φύλλο για λίγες ώρες. Το αφέψημα είναι κατάλληλο για φαρυγγίτιδα, βρογχίτιδα και στοματίτιδα. Επίσης το μάσημα φύλλων του αμάραντου, ελαφρύνει τον πονόδοντο. 



Αντράκλα. Είναι ετήσιο φυτό, ύψους 0,10 – 0,30 μ, με φύλλα αντίθετα, σαρκώδη και γυαλιστερά. Τα άνθη της είναι κίτρινα. Την συναντάμε σε χέρσους και καλλιεργημένους αγρούς, με τα κοινά ονόματα αντράκλα αδράχλη, γλυστρίδα, χαροβότανο. Ο Ιπποκράτης τη θεωρούσε φάρμακο για πολλά προβλήματα, ιδιαίτερα για την μητροραγία, ο Γαληνός για το μούδιασμα των δοντιών και των ούλων και ο Διοσκουρίδης την περιελάμβανε στα οφθαλμικά φάρμακα. Η αντράκλα περιέχει πολλές βιταμίνες (Α,C,Β και καροτενοειδή καθώς και μαγνήσιο, ασβέστιο, κάλιο και σίδηρο). Επίσης περιέχει τα περισσότερα Ω3 λιπαρά οξέα (λινολεϊκό οξύ), από κάθε άλλο λαχανικό. Η αντράκλα χρησιμοποιείται σαν σαλατικό και συγχρόνως σαν φάρμακο τονωτικό, αφροδισιακό, κατευναστικό και διουρητικό. Επίσης θεωρείται κατάλληλο καθαρτικό του αίματος. Θεραπευτική χρήση : Αμοιβάδωση, κολίτιδα, χολολιθίαση. 

Απήγανος. Το φυτό αυτοφύεται σε πετρώδεις περιοχές και είναι γνωστό σαν πήγανο, πήγαντο, πηγουνιά, σιδερόχορτο. Είναι φυτό πολυετές πόα, αρωματικό, με φύλλα πτεροσχιδή και άνθη σχετικά μεγάλα κίτρινα, εμφανιζόμενα στις αρχές του καλοκαιριού και καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του φυτού. Οι φαρμακευτικές ιδιότητες του φυτού (αντισπασμωδικές, καταπραϋντικές, στυπτικές, εμμηναγωγές), οφείλονται στο αιθέριο έλαιο που περιέχει και το οποίο παραλαμβάνεται με την απόσταξη των νεαρών βλαστών. Ο φρέσκος απήγανος περιέχει πτητικά έλαια που μπορούν να καταστρέψουν τα νεφρά και το συκώτι. Θεραπευτική χρήση : Αυτό το αρχαίο φαρμακευτικό βότανο χρησιμοποιείται σε αδύνατη όραση και πονοκεφάλους που οφείλονται σ’αυτή, σε καρδιακές αρρυθμίες, υπέρταση, ορχίτιδα, δυσμηνόρροια την σκλήρυνση οστών και των οδόντων κ.λ.π. Προσοχή πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο από ειδικούς και καθόλου από εγκύους, διότι προκαλεί αποβολές. Οι μεγάλες δόσεις είναι τοξικές και μπορεί να προκαλέσουν από νοητική σύγχυση μέχρι θάνατο. Κατά το χειρισμό του φυτού μπορεί να προκληθούν αλλεργικές αντιδράσεις και εγκαύματα.





Βάτος. Είναι θάμνος κοινότατος σε όλη την Ελλάδα. Οι βλαστοί του είναι αυλακωτοί, ακανθοφόροι και τα φύλλα του σύνθετα, ωοειδή, οδοντωτά. Η επάνω επιφάνειά τους είναι λεία και πράσινη, ενώ η κάτω επιφάνεια φέρει λευκό χνούδι. Τα άνθη του είναι ρόδινα και εμφανίζονται στα μέσα του καλοκαιριού. Οι καρποί του είναι ερυθροί ή ερυθρομέλανοι, γλυκόξινοι. Όλα τα μέρη του φυτού, κυρίως όμως οι καρποί και τα φύλλα, θεωρούνται φαρμακευτικά. Από τους καρπούς, που συλλέγονται όταν ωριμάσουν, παρασκευάζεται σιρόπι διουρητικό και δροσιστικό. Τα φύλλα του βάτου περιέχουν πλήθος ενεργών συστατικών, όπως κιτρικά & ισοκιτρικά οξέα καθώς και φλανοειδή, συλλέγονται την άνοιξη και χρησιμοποιούνται σαν στυπτικά, εφιδρωτικά, μαλακτικά καθώς και για την αντιμετώπιση διαταραχών του γαστροεντερικού συστήματος, των αφθών, την στερέωση των ούλων (με το μάσημα των φύλλων), των κονδυλωμάτων και των αιμορροϊδών με κατάπλασμα. Θεραπευτική χρήση: Αιμοροϊδες, αναιμία, ατονία, άφθες, διαβήτης, διάρροια, καρδιοπάθειες, στηθάγχη.


Βερβερίδα (Ξαγκαθιά ή Σαγκαθιά). Φυλλοβόλος αγκαθωτός θάμνος, ύψους 0,30 – 0,80 μ, με κλαδιά δύσκαμπτα, φύλλα μικρά και άνθη κίτρινα. Όλα τα μέρη της βερβερίδας και ιδίως οι ρίζες της, περιέχουν μια φαρμακευτική και βαφική ουσία, την «βερβερίνη», με ιδιότητες διεργερτικές, τονωτικές, χοληναγωγούς και καθαρτικές. Ο θάμνος αυτός αυτοφύεται μόνο στις ορεινές και βραχώδεις περιοχές με διάφορα ονόματα (λουτσιά, ξαγκαθιά, σαγκαθιά, οξαγκαθιά, μπερβερίτσι). Η συλλογή των φύλλων γίνεται όταν το φυτό είναι ανθισμένο και των ριζών την Άνοιξη ή το φθινόπωρο. Οι καρποί συλλέγονται όταν είναι τελείως ώριμοι. Θεραπευτική χρήση: Ενδείκνυται για την διόρθωση της λειτουργίας του ύπατος, την ενίσχυση της ροής της χολής,  την δυσεντερία, την συμφόρηση ήπατος  (ίκτερο) κ.ά. 

Γαλατσίδα ή Γαλατσόχορτο. Είναι φυτό ποά πολυετές, με  όρθιο βλαστό 0,10- 0,50 μ. Το όνομά του προήλθε από το γαλακτώδη χυμό που περιέχει όλο το φυτό και ανήκει στην κατηγορία των αστεροειδών. Τα φύλλα του είναι μακρόστενα-σφηνοειδή, ελαφρώς οδοντωτά. Τα άνθη κιτρινωπά σε σχήμα ομπρέλας που αναπτύσσονται την άνοιξη, πάνω σε μακρύς μίσχους 20-40 εκ. Οι γαλατσίδες πριν ανθίσουν είναι δροσερές και ζουμερές και τρώγονται βραστές σαλάτα, ακόμα και ωμές. Οι ρίζες, τα φύλλα και τα σπέρματα χρησιμοποιούνται στην πρακτική ιατρική σαν καθαρτικά. Χρειάζεται όμως προσοχή κατά τη χρήση γιατί σε μερικά από τα φυτά ο γαλακτώδης χυμός είναι δηλητηριώδης. Η συλλογή των ριζών γίνεται την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Τα σπέρματα συλλέγονται όταν ωριμάσουν. Θεραπευτική χρήση : Έλκος στομάχου - δωδεκαδακτύλου, ταινίες, υδρωπικία, πτώση μαλλιών, πονοκεφάλους κ.ά.

Δρακοντιά ή φιδόχορτο ή βούρβος. Είναι πόα πολυετής φυτό με φύλλα μεγάλα και έμμισχα, λογχοειδή, βαθυπράσινα, στιλπνά και έχουν συχνά πορφυρές ή μαύρες κηλίδες. Τα φύλλα του εμφανίζονται νωρίς την άνοιξη και το μήκος τους κυμαίνεται από 18 έως 40 εκατοστά. Τα άνθη του είναι χαρακτηριστική ταξιανθία που αποτελείται από "κορύνη" που περιβάλλεται από μεγάλο  φύλλο ωχροπράσινο, που ονομάζεται σπάθη το μήκος του οποίου κυμαίνεται από 20 - 40 εκατοστά. Η δρακοντιά ανθίζει την Άνοιξη και βγάζει ένα σκούρο κόκκινο λουλούδι με δυσάρεστη οσμή. Οι καρποί της  είναι δηλητηριώδεις, (ράγες σε χρώμα κόκκινο - πορτοκαλί με πολύ δυσάρεστη οσμή). Θεωρείται φαρμακευτικό φυτό και η ρίζα του συλλέγεται και χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση διαφόρων ασθενειών. Προσόχή όμως είναι πολύ τοξικό φυτό για τον άνθρωπο και τα βόσκοντα ζώα (τα φύλλα, τα άνθη, οι κόκκινες ρώγες του καρπού, και η ρίζα (χλωρή) είναι δηλητηριώδεις. (Αντίδοτα για δηλητηριάσεις είναι πρόκληση εμετού, δυνατός καφές, ζέσταμα του ασθενή με καταπλάσματα και θερμοφόρες, καρδιοτόνωση, τόνωση της περιφερειακής κυκλοφορίας). Η δρακοντιά ήταν γνωστή στους γιατρούς της αρχαιότητας από τον Ιπποκράτη που την αναφέρει στα κείμενά του. Ο Διοσκουρίδης προτιμούσε το "άρον το δρακόντιον" και συνιστούσε την ρίζα του φυτού (που είχε συλλεχθεί σε τέλεια ωρίμανση, αποξηραμένη στον ίσκιο και κοπανισμένη) για τους "ορθίους δυσπνοούντας (ασθματικούς), εναντίον του πολύποδα και των καρκινωμάτων, καθώς και για τα δαγκώματα της οχιάς.  Συνιστούσε επίσης τη ρίζα του φυτού κατά των σπασμών, το βήχα, καθώς και τη σκόνη της ρίζας διαλυμένη σε νερό ως αφροδισιακό. Την δρακοντιά την αναφέρουν επίσης ο Αέτιος, ο Θεόφραστος στην "Ιστορία των φυτών", ο Γαληνός στο βιβλίο του "Περί τροφών". Η θεραπευτική αξία του φυτού ευρίσκετο ψηλά στην εκτίμηση των θεραπευτών μέχρι τον 18 αιώνα και αναφέρεται σε όλες τις Φαρμακολογίες και τα Χορτολόγια.


Ήρα. Μονοετές φυτό, συνήθως επιζήμιο ζιζάνιο των καλλιεργειών σίτου. Οι αρχαίου Έλληνες το ονόμαζαν αίρα ή ζιζάνιο, οι δηλητηριώδεις ιδιότητες των σπερμάτων του οποίου ήσαν γνωστές. Οι θεραπευτικές ιδιότητες των σπερμάτων περιγράφονται από τον Διοσκουρίδη. Απο τη συνήθεια δε του διαχωρισμού του σίτου από τους σπόρους της ήρας, επεκράτησε το γνωστό "χωρίζω την ήρα από το στάρι". Έχει ύψος 0,40 - 1 μ. βλαστό όρθιο, ισχυρό και τραχειά στάχια με σκληρή ράχη. Τα σπέρματά του περιέχουν τοξική ουσία που προκαλεί σκοτοδίνη, έμετο και πολλές φορές το θάνατο, αντίθετα τα φύλλα του είναι τελείως αβλαβή. Οι θεραπευτικές ιδιότητες του φυτού αναφέρονται στα σπέρματά του που χρησιμοποιούνται εναντίον των χρόνιων δερματικών παθήσεων για την επούλωση των πληγών που πυορροούν. Θεραπευτική χρήση : Δερματοπάθειες, γάγγραινα.
                              

Ιτιά. Δένδρο φυλλοβόλο ιθαγενές που φθάνει τα 25 μέτρα. Την συναντάμε σε υγρούς τόπους, συνήθως αυτοφυόμενη στις όχθες ποταμών. Η ιτιά είναι γνωστή από την αρχαιότητα. Ο Όμηρος την ονομάζει "ωλεσίκαρπον", γιατί αποβάλλει τους ανθοφόρους "ιούλους" της. Ο Θεόφραστος αναφέρει ότι με την βοήθεια ράβδων ιτιάς μάντευαν οι μάντεις των Σκυθών. Ο Διοσκουρίδης περιγράφει πολλές ιδιότητες του δένδρου. Επίσης, η ιτιά αναφέρεται από πολλούς Λατίνους συγγραφείς. Ο κορμός είναι κοντός και παχύς, οι βλαστοί χνουδωτοί καστανοκίτρινοι. Τα φύλλα της είναι λογχοειδή πριονωτά και ανθίζει την άνοιξη. Ο φλοιός της έχει πολύτιμες θεραπευτικές ιδιότητες (αντιπυρετικές, αντιρευματικές, παρασιτοκτόνους) και συλλέγεται από κλαδιά 4 - 5 ετών, την άνοιξη. Τα φύλλα της συλλέγονται επίσης την άνοιξη. Το απόσταγμα του φλοιού της ιτιάς (σαλικυλικό οξύ)  αποτέλεσε τη βάση της σημερινής ασπιρίνης (ακετυλοσαλικυλικό οξύ), μια αναλγητική φόρμουλα που συνιστούσε ο πατέρας της ιατρικής, ο Ιπποκράτης, από το 400 πΧ. Θεραπευτική χρήση : Αιμόπτυση, γάγγραινα, δυσεντερία, πυρετός, ρευματισμοί.


Καλέντουλα (Γύφτισσα). Μονοετές φυτό συγγενικό με την Μαργαρίτα, ύψους μέχρι 0,30 μ, με χνουδωτά κλαδιά και φύλλα ακέραια λογχοειδή. Τα άνθη του είναι έντονα κίτρινα ή πορτοκαλί και εμφανίζονται κατά το τέλος της άνοιξης μέχρι τα μέσα Φθινοπώρου. Οι αρχαίοι Έλληνες εκτιμούσαν την καλέντουλα, ως αναζωογονητικό βότανο και αρωμάτιζαν τις τροφές με τα χρυσά πέταλά του. Από τα πέταλα των λουλουδιών παρασκευάζεται πολύ καλή χρωστική μαγειρικής. Τα άνθη της καλέντουλας και λιγότερο τα φύλλα της χρησιμοποιούνται στην μαγειρική και την φαρμακευτική. Επίσης έχουν αντισηπτικές αντιμυκητιασικές ιδιότητες που ευνοούν την ίαση. Φτιάχνετε κομπρέσα ή κατάπλασμα από τα άνθη για εγκαύματα ή κεντρίσματα. Το ψυχρό έγχυμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν κολλύριο για επιπεφυκίτιδα και να βοηθήσει τις άφτρες. Ο χυμός του βλαστού θεωρείται κατάλληλος για αφαίρεση μυρμηγκιών και κάλων. Επίσης είναι χρήσιμο για: Ακμή, έκζεμα, έλκος στομάχου – δωδεκαδακτύλου, ερυσίπελας, ίκτερος, κιρσοί, κρεατοελιές, έχει αντιφλεγμονώδη δράση, μειώνει το επίπεδο του λίπους στο αίμα, είναι εφιδρωτικό, αντιεμετικό κ.ά.

Καρυδιά. Μεγάλο μακρόβιο φυλλοβόλο δένδρο, ύψους 20 - 25 μέτρα. Η ξυλεία του χρησιμοποιείται ευρύτατα στην οικοδομή και κυρίως στην επιπλοποιϊα. Θεωρείτο από τους αρχαίους Έλληνες το δένδρο του Δία και οι καρποί του μοιραζόντουσαν κατά τους γάμους στους καλεσμένους, με την ευχή να δώσει ο Δίας στους νεονύμφους ευτυχία. Ο καρπός, το γνωστό καρύδι, είναι πράσινος εξωτερικά με ενδοκάρπιο (αποξυλωμένο κέλυφος) πολύ σκληρό και σπέρμα (ψίχα) εδώδιμο. Το καρύδι τρώγεται είτε νωπό είτε ξηρό και θεωρείται από τους νοστιμότερους και θρεπτικότερους καρπούς. Τα καρύδια είναι πλούσια σε λιπαρά οξέα τα οποία σύμφωνα με τους ερευνητές ενισχύουν την παραγωγή αλλά και την ποιότητα του σπέρματος των ανδρών. Τα καρύδια συνιστώνται στους αδύναμους οργανισμούς, τους φυματικούς, τους σακχαροδιαβητικούς (μειώνουν τα επίπεδα της ολικής και της κακής χοληστερίνης LDL) και ως αντίδοτο των ύπουλων ιών σε πολλές παθήσεις ακόμη και όγκους και ειδικά τον καρκίνο του στήθους, των πνευμόνων, των ωοθηκών κ.ά. Το καρυδέλαιο που παραλαμβάνεται από την καρυδόψιχα, αποτελεί πολύ καλό φάρμακο κατά της ταινίας. Ανθελμινθικός είναι επίσης και ο πράσινος εξωτερικός σαρκώδης φλοιός του καρυδιού, ο οποίος χρησιμοποιείται και για την βαφή όχι μόνο νημάτων, αλλά και μαλλιών της κεφαλής. Τα φύλλα της καρυδιάς χρησιμοποιούνται σαν φάρμακο στυπτικό και συλλέγονται την άνοιξη. Το αφέψημα και το έγχυμά τους είναι τονωτικό του πεπτικού σωλήνα και σταματά τις διαρροϊκές κενώσεις σε τοξικές καταστάσεις. Επίσης, το αφέψημα φύλλων και φλοιού χρησιμοποιείται κατά των οξέων αμυγδαλών, του απλού ρινικού κατάρρου, το σάκχαρο των διαβητικών, εξωτερικές πλύσεις τραυμάτων, δερματικών φλυκταινών, διαφόρων λειχηνών και εκζεμάτων, για πυώδεις πληγές στα νύχια των ποδιών και των χεριών, κάλους, κρεατοελιές, λειχήνες προσώπου, τριχόπτωση, χοιράδωση κ.ά (Η χοιράδωση είναι αρρώστια που προκαλεί εξόγκωση και σκλήρυνση των αδένων του λαιμού). Ένα απλό έγχυμα φύλλων μπορεί να σκοτώσει ή να απομακρύνει τα μυρμήγκια. Τα φρέσκα (νωπά) φύλλα διώχνουν τα έντομα και προπαντός τους κοριούς. Ο χυμός των φλοιών χρησιμοποιείται κατά των κρεατοελιών ενώ ο κοπανισμένος φλοιός βγάζει τους κάλους. Τα καρύδια έχουν υψηλή διατροφική αξία και σύμφωνα με τους ειδικούς μπορούν να αποτελέσουν μέρος ενός ισορροπημένου διαιτολογίου. Πρόκειται για τροφή πλούσια σε φυτικές ίνες, μέταλλα (μαγνήσιο, φώσφορο, κάλιο, ασβέστιο, χαλκό) και βιταμίνες (Β6, Ε). Δεν έχουν χοληστερίνη, είναι πλούσια σε φυτικές στερόλες και περιέχουν υψηλές ποσότητες μονοακόρεστων και πολυακόρεστων ω-3 και ω-6, λιπαρών οξέων που τα καθιστούν πλούσια σε αντιοξειδωτική δράση. Η κατανάλωση καρυδιών μετά από ένα γεύμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζωικό λίπος προσφέρει μεγάλη προστασία στις αρτηρίες. Επίσης η αργινίνη που περιέχουν αυξάνει την παραγωγή νιτρικού οξέος, το οποίο βοηθά στη διατήρηση της ευκαμψίας των αρτηριών, μειώνοντας τις πιθανότητες για παρουσίαση θρόμβων, εγκεφαλικών επεισοδίων και εμφραγμάτων του μυοκαρδίου. Τέλος, τα καρύδια περιέχουν την ουσία IPP η οποία καταστέλλει τη δράση ενός ενζύμου που εμπλέκεται στη δημιουργία καρκίνων και έχει διπλή ιδιότητα να καταστρέφει τους όγκους και να ενισχύει τη δράση των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων.   

Καυκαλίθρα. Ετήσιο φυτό, με βλαστό τριχωτό, ύψους 0,30 - 0,80 μ., φύλλα πτεροσχιδή και άνθη λευκά, σε "σκιάδιο" και   τα οποία έχουν πέντε πέταλα. Ο καρπός του μοιάζει με φασόλι, σκεπασμένο με μικρά αγκάθια που όταν ξεραθούν αγκυλώνουν και εμποδίζουν το θερισμό. Επίσης, κολλούν στα ρούχα και ξεκολλούν με δυσκολία (ένα-ένα). Σε όλα τα μέρη του φυτού και στους καρπούς του υπάρχουν ελαιοφόροι αδένες, που εκκρίνουν αρωματικό αιθέριο έλαιο. Ανήκει στα φυτά της Ελληνικής χλωρίδας και είναι γνωστό σαν "καυκαλίδα και μερουλήθρα". Στο είδος αυτό αναφέρεται το "Τορδύλιο" του Διοσκουρίδη. Ως επί το πλείστον είναι ενοχλητικό ζιζάνιο, όμως συλλέγεται μαζί με άλλα χορταρικά, βράζεται και τρώγεται και μάλιστα είναι πολύ νόστιμο. Από άποψη φαρμακευτική, έχει ιδιότητες κυρίως διουρητικές και θεωρείται ευστόμαχο και ορεκτικό. Θεραπευτική χρήση: (Αφέψημα) Άσθμα, βήχας, δυσπεψία, ίκτερος, κυστίτιδα, ψαμμίαση, κολικός, ρευματικοί πόνοι.


Κράταιγος (Βαμπλιά). Είναι πολύ αγκαθωτό μικρό δένδρο ή θάμνος με μικρά  ανοιχτοπράσινα  φύλλα, λευκά άνθη και κόκκινους καρπούς. Είναι φυτό κατάλληλο για την δημιουργία φρακτών, λόγω των πυκνών αγκαθωτών κλαδιών του. Το ξύλο του Κράταιγου είναι πολύ σκληρό και χρησιμοποιείται στην ξυλογραφία και την τορνευτική, για την κατασκευή λαβών εργαλείων, μπαστουνιών, πασσάλων κ.ά. Ο κράταιγος είναι εξαιρετικά πολύτιμο βότανο και θεωρείται από τους βοτανολόγους "τροφή της καρδιάς". Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της στηθάγχης και των παθήσεων της στεφανιαίας αρτηρίας. Είναι επίσης χρήσιμος για περιπτώσεις καρδιακής ανεπάρκειας ήπιας μορφής, λόγω κυκλοφορικής συμφόρησης και αντικανονικού καρδιακού παλμού. Από τα άνθη του φυτού παράγεται αφέψημα με υποτασικές και καρδιοτονωτικές ιδιότητες. Επίσης, οι κόκκινοι καρποί του Κράταιγου θεωρούνται από τα καλύτερα τονωτικά του κυκλοφορικού και χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της υπέρτασης, της αρτηριοσκλήρωσης και της στηθάγχης. Ο Κράταιγος είναι καλή επιλογή για όσους ταλαιπωρούνται από υπέρταση, κυρίως εξαιτίας προβλημάτων στα αγγεία τους. Έχει την ιδιότητα να εξισορροπεί με ήπιο τρόπο την πίεση του αίματος. Αφέψημα: Ρίχνετε 2 κουταλάκια καρπούς Κράταιγου σε 1 φλιτζάνι τσαγιού με βρασμένο νερό και τους αφήνεται 20 λεπτά και σουρώνετε. Πίνετε  1-2 φορές την ημέρα (πρωϊ και απόγευμα), μεταξύ των γευμάτων. Επίσης, 2 κουταλιές σούπας άνθη για 1 φλιτζάνι βραστό νερό με δόση 2-3φλιτζανιών την ημέρα, για ένα μήνα. 
        
Κρανιά ή Κόρνος. Πρόκειται για θαμνώδες αυτοφυές φυτό που φθάνει έως και τα 5 μέτρα ύψος. Έχει άνθη κίτρινα που διατάσσονται σε μικρά σκιάδια. Οι καρποί του, τα γνωστά «κράνα», είναι κόκκινου χρώματος, στυφοί και ξυνοί και τρώγονται νωποί ή χρησιμοποιούνται σε μαρμελάδες ή ακόμη διατηρούνται σε χυμό. Εκτός από την «ήμερη» κρανιά, υπάρχει και η αγριοκρανιά η οποία είναι σπανιότερη. Τα άνθη της είναι λευκά, οι βλαστοί αιματόχρωμοι και οι καρποί της είναι κυανομέλανοι και δεν τρώγονται. Τα «κράνα» από την ήμερη κρανιά χρησιμοποιούνται από την φαρμακευτική και τις υγιεινές τροφές με το γνωστό «CRANBERRY» (αποξηραμένοι καρποί και σε χυμό). Τα «κράνα» είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά συστατικά και Βιταμίνη C. Επίσης έχουν πάρα πολλά ωφέλιμα συστατικά τα οποία βοηθούν στη βελτίωση της σωματικής υγείας. 


Κρόκος. Φυτό πόα χαμηλό (10-15 εκ) βολβώδες, πολυετές, με σαρκώδη γκριζοκόκκινο σφαιρικό βολβό. Έχει 6–10 φύλλα στενά και μακρυά σαν νήματα, μήκος 20-50 εκατοστών, με βλεφαριδωτά χείλη. Τα άνθη του είναι μεγάλα σε σχήμα άστρου, εμφανίζονται πριν την ανάπτυξη των φύλλων, έχουν 6 πέταλα και 3 κίτρινους στήμονες. Ο ύπερος  διαχωρίζεται σε 3 πορτοκαλέρυθρα στίγματα. Κάθε βολβός δίνει 1-2 (σπάνια 1-8), ιώδη (βαθυγάλαζα-μώβ), πολύ αρωματικά άνθη, τα οποία εμφανίζονται στο τέλος του καλοκαιριού. Η ονομασία του οφείλεται στη λέξη «κρόκη» που σημαίνει κλωστή. Από τους αρχαίους χρόνους χρησιμοποιείτο ως φυτό Φαρμακευτικό. Οι αρχαίοι ιατροί το χαρακτηρίζουν ως «Βασιλέα των φυτών». Ο Ιπποκράτης τον χρησιμοποιούσε για την αντιμετώπιση τραυμάτων και πολλών νοσημάτων όπως παυσίπονο, υπνωτικό, εμμηναγωγό, επουλωτικό, αφροδισιακό κ.ά. Οι στήμονες του άνθους (αναπαραγωγικά όργανα του άνθους που είναι σαν κλωστές), αποξηραίνονται και αποτελούν τον«κρόκο» που είναι γνωστός ως σαφράνι ή σαφράς και χρησιμοποιείται σαν πρόσθετη ουσία (χρωστική, αρωματική) των τροφίμων και κυρίως ως ουσία φαρμακευτική (καταπραϋντική, αντισπασμωδική, τονωτική κ.λ.π). Ο κρόκος είναι βότανο με πολλές θεραπευτικές ιδιότητες που ωφελούν την καρδιά, τονώνει την κυκλοφορία του αίματος, προκαλεί διούρηση, μειώνει την υψηλή πίεση καθώς και την χοληστερίνη. Επίσης έχει αντιθρομβωτική δράση βοηθά τους υπερτασικούς και όσους έχουν προβλήματα με το συκώτι. Τα στίγματα του κρόκου περιέχουν χρωστικές (κροκίνες), υδροδιαλυτά καροτενοειδή (γλυκοζίτες της κροκετίνης) με ιδιότητες αντικαρκινικές ιδιαίτερα για την προστασία του δέρματος από την ηλιακή ακτινοβολία. Τα στίγματα του κρόκου περιέχουν επίσης καροτενοειδή αντικαρκινικά  όπως  καροτένιο α-β-γ, ζεαξανθίνη για τους οφθαλμούς, λυκοπένιο για τον προστάτη, βελτιώνει την εγκεφαλική λειτουργία (για καλή εκμάθηση και απομνημόνευση) κ.ά. Ειδικά πειράματα, που έγιναν στο "Θεαγένειο" Αντικαρκινικό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, έδειξαν ότι ο κρόκος αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων, όπου το εκχύλισμα κρόκου είχε δράση παρόμοια με εκείνη της χημειοθεραπείας και μάλιστα χωρίς τις παρενέργειές της. Προσοχή όμως στις δόσεις !!!. Όταν χρησιμοποιούμε μεγαλύτερες δόσεις (μερικά γραμμάρια παραπάνω) μπορεί να προκαλέσουν αιμορραγίες, διότι η αντιθρομβωτική ιδιότητα του κρόκου παρεμποδίζει την συγκόλληση των αιμοπεταλίων. Η ημερήσια ανώτερη δόση ανέρχεται σε 1,5 g, η δόση που μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στον οργανισμό είναι 10 g/ημέρα και η λήψη 20 g/ημέρα μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στο θάνατο. Στα τρόφιμα οι ποσότητες που χρησιμοποιούνται είναι επίσης μικρές (1 mg/kg περίπου στα αλκοολούχα και 2 mg/kg στο κρέας).

Κρόκος ο "Κολχικός" ή κρόκος του Φθινοπώρου. Ένα άλλο βολβώδες φυτό που μοιάζει με τον κρόκο αλλά δεν έχει καμία σχέση με αυτόν είναι το "Κολχικό". Τα φύλλα του, τα οποία και σ'αυτό το φυτό εμφανίζονται μετά την άνθηση, αλλά και όλα τα μέρη του φυτού είναι δηλητηριώδη, με ένα δραστικό δηλητήριο που ονομάζεται κολχικίνη. Λέγεται ότι με ένα τέτοιο δηλητήριο η Μήδεια σκότωσε τα παιδιά της στην Κολχίδα και γι' αυτό το φυτό ονομάσθηκε κολχικό. Στην Ελλάδα εμφανίζονται πάνω από 20 είδη και ανθίζουν νωρίς το Φθινόπωρο (Σεπτέμβρη) και ονομάζονται κρόκος του Φθινοπώρου, αλλά δεν είναι κρόκος, διότι έχουν 6 στήμονες  ενώ  ο κρόκος έχει  μόνο 3. Από τον κορμό-βολβό βγαίνουν 1-3 ανθοφόροι βλαστοί που καταλήγουν σε ένα άνθος. Το περιάνθιο αποτελείται από 6 πέταλα και εσωτερικά έχει 6 στήμονες. Τα φύλλα του βγαίνουν κατευθείαν από τον βολβό στις αρχές της  Άνοιξης.   

Κολλιτσίδα (Γάλιο - Galium). Ετήσιο φυτό, ύψους 0,20 -1 μ, που απαντάται σε χέρσους αγρούς. Τα φύλλα του φέρουν στην επάνω επιφάνεια τρίχες αγκιστροειδείς. Ο βλαστός είναι επίσης τριχωτός και εύκολα γαντζώνεται στα ρούχα. Τα άνθη του είναι λευκά και εμφανίζονται από τα μέσα του καλοκαιριού μέχρι τις αρχές φθινοπώρου. Όλα τα μέρη του φυτού έχουν πολύτιμες φαρμακευτικές ιδιότητες (μαλακτικές, εφιδρωτικές, διουρητικές κ.ά). Η συλλογή γίνεται τον Ιούνιο ή Ιούλιο και χρησιμοποιείται κατά προτίμηση σε νωπή κατάσταση. Η κολλιτσίδα είναι ένα ισχυρότατο αντικαρκινικό, διουρητικό και αποτοξινωτικό, βότανο.  Επίσης  κατέχει τη φήμη ενός από τα ισχυρότερα τονωτικά βότανα του ήπατος (μαζί με το γαϊδουράγκαθο) και βοηθά στην αποτοξίνωση και τον καθαρισμό του αίματος, καθώς και την αποβολή των άχρηστων συσσωρευμένων υλικών του οργανισμού, διότι είναι ένα  ισχυρότατο  διουρητικό βότανο. Η κολλιτσίδα είναι ένα σπουδαίο βότανο με πλήθος ιδιοτήτων και δράσεων γι'αυτό έχουν ασχοληθεί μαζί της πολλοί βοτανολόγοι. Θεραπευτική χρήση: Κυστίτιδα, λιθίαση, ιγμορίτιδα, παθήσεις του θυρεοειδούς, παθήσεις του στομάχου, παθήσεις των πνευμόνων, παθήσεις δερματολογικές (εκζέματα, ψωρίαση, ακμή), ανάπτυξη και τόνωση των μαλλιών κ.ά.  (Εκτός από την κολλιτσίδα Γάλιο, υπάρχουν και άλλα είδη μεταξύ των οποίων είναι η κολλιτσίδα Λάππα, η μεγάλη κολλιτσίδα, που τα φύλλα της μοιάζουν πολύ με τα φύλλα της μελιτζάνας, η κολλιτσίδα Τριβόλι κ.ά).    

Κολλιτσίδα Λάππα (Arctium lappa). Είναι φυτό ποώδες, διετές και απαντάται κυρίως σε ορεινές περιοχές. Ο καρπός της Λάππας είναι μια μεγάλη κολλιτσίδα που περιβάλλεται από μακριά γαντζωτά αγκάθια. Οι ξερές κολλιτσίδες προσκολλώνται εύκολα στη γούνα των ζώων ή τα ρούχα των ανθρώπων. Οι μικροί γάτζοι στις άκρες των αγκαθιών μπορούν ακόμη και να διαπεράσουν το νεκρό στρώμα του δέρματος στα δάκτυλά μας. Αυτό το τραχύ φυτό αν συλλεχθεί  φρέσκο πριν την ανθοφορία και τον καρπό, μπορεί να μας δώσει μια υπέροχη βραστή σαλάτα καθώς η γεύση του μοιάζει με του σπαραγγιού. Επίσης, μπορεί να φαγωθεί ωμό αν σερβιριστεί με λάδι και ξύδι. Η  Κολλιτσίδα  Λάππα είναι γνωστό φαρμακευτικό φυτό, καθώς χρησιμοποιούνται η ρίζα, τα φύλλα, και οι καρποί. Η ρίζα της έχει ιδιότητες διουρητικές, καθαρτικές και εφιδρωτικές και περιέχει αρκετό σίδηρο. Επίσης πιστεύεται ότι η Κολλιτσίδα Λάππα έχει ιδιότητες κατά του διαβήτη.                 

Κολλιτσίδα μεγάλη ή Αγριομελιτζάνα. (Xanthium strumarium). Είναι ζιζάνιο πλατύφυλλο, που απαντάται συνήθως στους καλλιεργούμενους αγρούς, σε λαχανόκηπους, αλλά και σε χέρσες περιοχές. Φυτρώνει την Άνοιξη και έχει βλαστό και φύλλα που μοιάζουν πολύ με τα φύλλα της μελιτζάνας. Ανθίζει το καλοκαίρι και ο καρπός της έχει σχήμα ωοειδές, είναι δερματώδης και φέρει αγκάθια στην επιφάνειά του. Τα νεαρά φυτά της αγριομελιζάνας (Κολλιτσίδας) είναι δηλητηριώδη. (Η Κολλιτσίδα ήταν αφορμή το 1948, ένας ερασιτέχνης Ελβετός ορειβάτης και φυσιοδιφης, να κατασκευάσει το φερμουάρ !!!).     
Κολλιτσίδα Τριβόλι (Tribulus terrestis). Είναι έρπον ζιζάνιο των αγρών που το βρίσκουμε σχεδόν παντού να αναπτύσσεται σαν χαλί στα μέρη που φυτρώνει (χωράφια, στις άκρες των δρόμων κ.λ.π). Ανθίζει κάθε χρόνο από τον Μαϊο μέχρι τον Οκτώβριο. Τα άνθη του είναι μικρά, έχουν χρώμα κίτρινο και ο καρπός του, ο οποίος αναπτύσσεται στη βάση των φύλλων του, είναι αγκαθωτός, επίπεδος, στρογγυλός και αποτελείται από πέντε σπόρους. Ο κάθε σπόρος φέρει τρία άνισα σκληρά αγκάθια απ' όπου και το όνομά του Τρίβολος. Τα αγκάθια του είναι με τέτοιο τρόπο δομημένα ώστε πάντα κάποιο από αυτά να κοιτάζει προς τα επάνω και έγιναν έμπνευση για τους αρχαίους να κατασκευάσουν ένα ύπουλο όπλο με σιδερένια καρφιά, το οποίο έσπειραν στο δρόμο για την καταστροφή του ιππικού των εχθρών. Το ζιζάνιο αυτό είναι το φυτικό συστατικό για την παραγωγή των σχετικών σκευασμάτων που υποβοηθούν τη σεξουαλικότητα ανδρών και γυναικών (φυτικό Βιάγκρα). Είναι ένα από τα καλύτερα φυσικά αφροδισιακά, που χρησιμοποιείται εδώ και αιώνες. Περιέχει, κυρίως στα φύλλα του, την στεροειδή σαπωνίνη Protodioscin, η οποία αυξάνει τα επίπεδα ορμονών όπως η τεστοστερόνη και η DHEA. Στους άνδρες προκαλεί την έκκριση τεστοστερόνης αυξάνοντας τα επίπεδα της ωχρινοτρόπου ορμόνης, βοηθά στην σπερματογένεση αυξάνοντας τον αριθμό και την κινητικότητα των σπερματοζωαρίων, την στυτική δυσλειτουργία, την πρόωρη εκσπερμάτωση, βελτιώνει τη λειτουργία του προστάτη και καταπολεμά την γυναικομαστία. Αυτός είναι ο λόγος που έχει ονομασθεί το φυσικό Βιάγκρα. Στις γυναίκες, τονώνει την σεξουαλική διάθεση, βελτιώνει την αναπαραγωγική λειτουργία και την ωορρηξία, βοηθάει σε περιπτώσεις προεμμηνορροϊκού συνδρόμου, στη ρύθμιση των ορμονών στην περίοδο στην εμμηνόπαυση, μειώνει τα ψυχοσωματικά προβλήματα που προκαλούνται από αυτή, όπως η αϋπνία, υπερένταση, άσχημη διάθεση, πόνος στην κοιλιακή χώρα, υπερευαισθησία κ.λ.π, χωρίς να προκαλεί αύξηση της αρτηριακής πιέσεως. Επίσης, έχει αντικαταθλιπτικές, αντιυπερτασικές ιδιότητες, καθαρίζει τα νεφρά από πυοσφαίρια και αιμοσφαίρια κ.ά. Συνταγή για τη παρασκευή ροφήματος: Το βότανο τριβόλι μαζεύεται χωρίς τις ρίζες του, σε πλήρη άνθιση, μαζί με τους σπόρους του, οι οποίοι έχουν πιο έντονες ιδιότητες. Στη συνέχεια καθαρίζεται - πλένεται για να φύγουν οι σκόνες, τοποθετείτε σε κατσαρόλα και καλύπτεται με νερό, πρέπει να βράσει καλά μέχρις ότου μείνει πιο λίγο από το μισό αρχικό νερό. Το εκχύλισμα σουρώνεται και φυλάσσεται στο ψυγείο μέχρι μία εβδομάδα. Η δοσολογία είναι ένα φλιτζανάκι πρωί, μεσημέρι, βράδυ πριν τον ύπνο. Προσοχή !!!. Πρέπει να αποφεύγεται κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης από τις γυναίκες, καθώς και από άτομα με καρδιακά προβλήματα, με έλκος στομάχου ή ηπατικές διαταραχές.                                  

Κυκλάμινο. Το γνωστό ποώδες πολυετές φυτό που αποτελεί σήμα κατατεθέν της Ελληνικής φύσης περιέχει την ουσία «κυκλαμίνη» η οποία είναι «τοξική» (ειδικότερα οι κόνδυλοί του). Μικρή μόνο ποσότητα 0,3 γρ. προκαλεί δηλητηρίαση στους ανθρώπους και τα ζώα. Σε μεγαλύτερες ποσότητες μπορεί να προκαλέσει ακόμη και τον θάνατο. Τα άγρια κυκλάμινα ("Γραικοί") που αυτοφύονται στις παρυφές του Τυμφρηστού έχουν χρώμα λευκό ή ροζ ανοικτό  με σκούρο ροζ στεφάνι στη βάση των πετάλων τους, ενώ τα κυκλάμινα των ανθοπωλείων είναι διαθέσιμα σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων από λευκό μέχρι μοβ. Τα φύλλα τους είναι σκούρα πράσινα, σε σχήμα καρδιάς και συνήθως έχουν γραμμές από γκρι ή ασημένιο χρώμα. Πρώτα βγάζουν τα άνθη τους, συνήθως το φθινόπωρο και πολύ αργότερα τα φύλλα τους, τέλος του χειμώνα αρχές της άνοιξης. Το ύψος τους δεν ξεπερνά τα 10-15 εκ. φυτρώνουν  σε σκιερά μέρη και αντέχουν στο πολύ κρύο του χειμώνα. Στην Ελλάδα βρίσκουμε, από τα 24 είδη που υπάρχουν, μόνο τα 5 είδη.    

Κώνειο (Μαργκούτα, βρωμόχορτο). Διετές φυτό, ύψους 1 μέτρο περίπου, βαρύοσμο, με κοίλο αλλά ισχυρό βλαστό. Φύλλα πτεροσχιδή και άνθη λευκά, εμφανιζόμενα κατά τα μέσα του καλοκαιριού. Η ονομασία του πιθανόν να προέρχεται από το ρήμα «κ ω ν ά ε σ θ α ι» που σημαίνει στριφογυρίζω, επειδή το δηλητήριό του προκαλεί ιλίγγους. Οι δηλητηριώδεις ιδιότητες του φυτού ήταν γνωστές από τους αρχαίους και χρησιμοποιείτο για την θανάτωση των εγκληματιών (είναι γνωστό ότι με τον τρόπο αυτό θανατώθηκε ο Σωκράτης). Θανατηφόρα δόση για τον άνθρωπο είναι μισό έως ένα γραμμάριο. Το κώνειο θεωρείται κατ’εξοχήν φαρμακευτικό φυτό. Τα φρέσκα φύλλα και οι καρποί του χρησιμοποιούνται σαν αναισθητικά, ναρκωτικά, εφιδρωτικά, και αντισπασμωδικά. Επίσης χρησιμοποιείται για το άσθμα, τον κοκκύτη και την νευραλγία. Ο γαλακτώδης χυμός του φυτού χρησιμοποιείται για την θεραπεία διαφόρων δερματικών παθήσεων.

Λαδανιά (Κουνουκλιά). Μικρός  φρυγανώδης αυτοφυής  θάμνος, ύψους 1 μέτρο περίπου γνωστός ως Κουνουκλιά ή Κίστος (Cistus incanus). Ανήκει στην τάξη Βιολώδη, οικογένεια Κιστίδες (Cistaceae). Έχει φύλλα αντίθετα μικρά ωοειδή ή μακρουλά με αραιές τρίχες που μοιάζουν με της φασκομηλιάς. Τα άνθη του εμφανίζονται μεμονομένα ή σε ομάδες των 2 –7, στην άκρη των κλαδιών και μοιάζουν σαν «τσαλακωμένα». Έχουν πέντε ωοειδή – λογχοειδή, μυτερά σέπαλα και πέντε ρόδινα πέταλα τα οποία είναι εύοσμα αλλά πέφτουν εύκολα.  Είναι  φυτό αρωματικό γνωστό σαν λάδανος, ήμερη κουνουκλιά, κίστος και είναι  είδος  γνωστό  από  τους  πανάρχαιους χρόνους. Από τα φύλλα του και τους  βλαστούς του  λαμβάνεται αρωματική  ρητίνη, γνωστή  ως  «λάδανο» και  θεωρείται από τα πιο σπουδαία φάρμακα. Τα φύλλα και οι βλαστοί κατά τον Ιούνιο και Ιούλιο εκκρίνουν  μία  ρητινώδη ουσία που είναι φαρμακευτική (στυπτική, αντικαταρροϊκή, αντισπασμωδική, αποχρεμπτική, καταπραϋντική). Αφέψημα από τα άνθη του χρησιμοποιούσαν στην αρχαία Ελλάδα κατά της δυσεντερίας, διάρροιας, αϋπνίας, οδοντόπονους, τέτανο και άλλες διαταραχές του οργανισμού. Επίσης, το έγχυμα από τα άνθη της λαδανιάς είναι αποτελεσματικό για τις πέτρες στα νεφρά (Βάζουμε μία χούφτα άνθη λαδανιάς σε ένα λίτρο νερό και το σκεπάζουμε για 10 - 15 λεπτά, στη συνέχεια πίνουμε ένα ποτήρι του κρασιού πρωί - μεσημέρι - βράδυ, μισή ώρα πριν το φαγητό). Σήμερα, με νεώτερες έρευνες από το ίδρυμα Leto Ahrensburg, το λάδανο θεωρείται από τα σημαντικότερα βότανα, διότι προστατεύει την καρδιά τέσσερις φορές καλύτερα από το κόκκινο κρασί και είναι είκοσι φορές ισχυρότερο από τον φρέσκο χυμό λεμονιών. Επίσης αποτοξινώνει τον οργανισμό και είναι πλούσιο  σε βιταμίνες Ε και C. (Χρησιμοποιείται και για την φροντίδα του δέρματος (ακμή, φαγούρες, βακτηριακές μολύνσεις  κ.ά), με πλύσεις  και κομπρέσσες).

Λάπαθο (Ρούμεξ). Είναι φυτό ποώδες, χνουδωτό, με βλαστό όρθιο, φύλλα μεγάλα καρδιοειδή και άνθη πρασινωπά, φερόμενα υπό μορφή σταφυλής και εμφανιζόμενα κατά τις αρχές του καλοκαιριού. Περισσότερο γνωστό είναι με τα ονόματα σιδερολάπαθο, αγριολάπαθο, λάπαθο ή λάπατο. Οι φαρμακευτικές ιδιότητες του φυτού εντοπίζονται κυρίως στη ρίζα του, η οποία συλλέγεται κατά το φθινόπωρο και χρησιμοποιείται, κατά προτίμηση νωπή. Έχει ιδιότητες στυπτικές, και σε μεγάλες δόσεις καθαρτικές. Είναι επίσης τονωτική και διουρητική.  Θεραπευτική χρήση : Γαστρίτιδα, δυσπεψία, έκζεμα, έρπης, καχεξία, ψωρίαση, ακμή. Επίσης είναι καθαρτικό του αίματος, ενώ τα βρασμένα φύλλα του είναι ωφέλιμα στις στις πληγές και την κασίδα. Η ρίζα του συνιστάται στην αρθρίτιδα, τους ρευματισμούς, την αρτηριακή υπέρταση, πνευμονικούς κατάρρους, κυστίτιδα κ.ά. Ως εξωτερικό κατάπλασμα, τα φύλλα του θεωρούνται διαλυτικά και αντισηπτικά των ελκών.     


Μανδραγόρας (οικογένεια Σολανίδες).
 Περιλαμβάνει 3-4 είδη ποωδών φυτών με ναρκωτικές και άλλες φαρμακευτικές ιδιότητες. Όλα τα είδη απαντούν σποραδικά στην Ελλάδα, κυρίως στην ανατολική Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο, και στα νησιά του Αιγαίου. Ο Μανδραγόρας είναι, όπως και τα άλλα φυτά της οικογένειας Σολανίδες, τοξικό φυτό λόγω των αλκαλοειδών που περιέχει, τα οποία είναι ίδια με αυτά του Ατρόπου, δηλαδή ατροπίνη, υοσκυαμίνη και σκοπολαμίνη.

Η ρίζα του Μανδραγόρα είναι σαρκώδης, και μοιάζει με ανθρώπινο σώμα με δύο πόδια και σε ορισμένες περιπτώσεις και με δύο χέρια, γεγονός που συνετέλεσε πολύ στους μύθους που κυκλοφόρησαν για το φυτό.
 Η μορφή και η υφή της ρίζας του φυτού διαφέρει από φυτό σε φυτό που μας επιτρέπει να τα διαχωρίζουμε σε αρσενικό και θηλυκό. Το χρώμα είναι καστανό έως μαύρο, ενώ το εσωτερικό είναι λευκό και κολλώδες με πικρή γεύση. Ο βλαστός του φυτού είναι υποτυπώδης και τα φύλλα του είναι πολύ μεγάλα, παράρριζα, έμμισχα, ωοειδή, με χείλη κυματιστά. Ακριβώς από την κορυφή της ρίζας εμφανίζονται μερικά σκουροπράσινα φύλλα που αρχικά είναι όρθια αλλά όταν φθάσουν στο κανονικό μέγεθος (30 εκατοστά μήκος και 10 εκατοστά πλάτος) απλώνονται προς τα έξω και προς τα κάτω. Είναι μυτερά στις άκρες και έχουν δυσάρεστη οσμή. Μέσα από τα φύλλα ξεπετάγονται τα άνθη του φυτού το καθένα από ξεχωριστό μίσχο μεγέθους 8-10 εκατοστών Τα άνθη του φυτού είναι μεγάλα, κωδωνοειδή, πολυάριθμα, λευκά, μπλε, κόκκινα ή μοβ και ανθίζουν το φθινόπωρο. Ο καρπός είναι σαρκώδης με σχήμα και μέγεθος μήλου, υπόγλυκος και αρωματικός, αλλά μερικές φορές επικίνδυνος αν φαγωθεί. Τα αλκαλοειδή αυτά φυτά είναι πολύτιμες φαρμακευτικές ουσίες με αντισπασμωδικές, καταπραϋντικές, διεγερτικές και άλλες ιδιότητες. Ο Μανδραγόρας είναι φυτό με πολύ έντονες μυδριατικές ιδιότητες, εντονότερες από αυτές του Ατρόπου. Το πλουσιότερο σε αλκαλοειδή τμήμα του φυτού είναι η ρίζα, που χρησιμοποιείται από την Αρχαιότητα ως καταπραϋντικό, αναλγητικό, ναρκωτικό και υπνωτικό ("εκ μανδραγόρου καθεύδειν", έλεγαν οι αρχαίοι). Ο Διοσκουρίδης το συνιστά "κατά των άγρυπνων και περιοδυνόντων...".  Τα φύλλα του συνιστά για φλεγμονές των ματιών και των ελκών. Όσοι πρόκειται να ακρωτηριασθούν ή να καούν λαμβάνουν μανδραγορίτη οίνο και δεν θα πονούν την ώρα της επέμβασης... Επειδή σύμφωνα με μία δοξασία ο μανδραγόρας προέρχεται από σπέρμα κακών ανθρώπων που τους απαγχόνιζαν και ότι εκεί φύτρωνε ο μανδραγόρας. Πίστευαν ότι η εκρίζωση του προκαλεί μεγάλο κακό, ακόμη και το θάνατο. Έτσι, για να τον ξεριζώσουν χρησιμοποιούσαν κάποιο ζώο (σκύλο μαύρο ή γάϊδαρο), στο πόδι του οποίου έδεναν τη μία άκρη του σχοινιού, ενώ την άλλη την έδεναν γύρω στο ίδιο το φυτό. Λόγω της ανθρώπινης μορφής του πίστευαν ότι μόλις ξεριζωθεί βγάζει δυνατές κραυγές και κλαίει όπως τα μωρά παιδιά. Όποιος το ξερίζωνε χωρίς τις παρακάτω προφυλάξεις πέθαινε!!! Έπρεπε να ξεριζωθεί νύχτα με πανσέληνο, να είναι παρών ο μαύρος σκύλος ή ο γάϊδαρος, να έχει δέσει τη ρίζα του μανδραγόρα στο πόδι του ζώου και μετά να το ξεριζώσει. Το φυτό έβγαζε οξεία κραυγή (στριγκλιά) που σκότωνε ή τρέλαινε όποιον την άκουγε και δεν είχε προφυλαγμένα τα αυτιά του εκείνη την ώρα!!!.               

Μάραθος. Φυτό πολύ γνωστό σαν αρωματικό, αυτοφυόμενο σε πετρώδεις περιοχές. Είναι διετές ή πολυετές φυτό, ύψους περίπου 2 μέτρα, πολύκλαδο, με φύλλα νηματοειδή και άνθη κίτρινα, διατεταγμένα σε δέσμες με σχήμα ομπρέλας, που εμφανίζονται στα μέσα του καλοκαιριού. Τόσο τα φύλλα του όσο και οι σπόροι του, από τους οποίους παραλαμβάνεται αιθέριο έλαιο χρήσιμο στη φαρμακευτική, την ποτοποιϊα και τη σαπωνοποιϊα, έχουν φαρμακευτικές ιδιότητες διουρητικές, τονωτικές, αντισηπτικές. Επίσης, περιέχει πολλά μέταλλα και βιταμίνη C, φυτικές ίνες, μαγγάνιο, μαγνήσιο, ασβέστιο, σίδηρο, βιταμίνη Β3 κ.ά. Οι ίνες από το βότανο αυτό θεωρείται ότι αποτρέπουν τον καρκίνο του εντέρου, λόγω του γεγονότος ότι μπορούν να εξουδετερώσουν τις τοξίνες και καρκινικές ουσίες από τα έντερα. Οι σπόροι του εξαφανίζουν τα αέρια της κοιλιάς. Θεραπευτική χρήση : Προφυλάσσει από τη γρίπη και τις ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος, ανεμοβλογιά, ιλαρά, δυσουρία, υδρωπικία, κ.ά. Επίσης βοηθάει στην χαλάρωση και στην καύση του λίπους (λειτουργεί σαν λιποδιαλυτής). Προσοχή!!! οι έγκυες γυναίκες ν'αποφεύγουν τα μείγματα  με μάραθο, διότι είναι διεγερτικό της μήτρας και μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες.    




Μενεξές (Βιολέττα, μανουσάκι, γιούλι). Πολυετές χνουδωτό φυτό, με φύλλα που εκφύονται κοντά στη ρίζα, πλατιά και μακρύμισχα. Τα άνθη του είναι ιώδη πολύ αρωματικά, διαφέρουν μεταξύ τους, στο χρώμα, τη μορφή και το μέγεθος και εμφανίζονται αρχές του χειμώνα ή αρχές της ανοίξεως. Συλλέγονται αμέσως μόλις ανοίξουν και πάντοτε με ξηρό καιρό. Ακολουθεί ξήρανση σε σκιερό μέρος ή σε κλίβανο και φύλαξη σε ερμητικά κλειστά δοχεία, στη σκιά. Η ρίζα του μενεξέ, που συλλέγεται το φθινόπωρο και οι σπόροι του περιέχουν τη «βιολίνη», μία δύσοσμη αλκαλοειδή ουσία με εμετικές ιδιότητες. Θεραπευτική χρήση : Είναι εξαιρετικό αποχρεμπτικό και χρησιμοπείται σε ποικίλες διαταραχές του αναπνευστικού βήχας, βροχίτιδα, πνευμονία, άσθμα, κοκκύτη, κρυολογήματα, νεφρίτιδα, τέτανος. Επίσης, τα άνθη του φυτού είναι καταπραϋντικά, ηρεμιστικά και βοηθούν σε περιπτώσεις ανησυχίας και αϋπνίας.

Μέντα (Η λατινική ονομασία "mentha", προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη "Μίνθη"). Είναι πολυετές φυτό, με όρθιο βλαστό, φύλλα ωοειδή – λογχοειδή, οδοντωτά και άνθη ιώδη, διατεταγμένα κατά στάχυ, που εμφανίζονται τέλος ανοίξεως μέχρι τέλος καλοκαιριού. Από τις ανθισμένες κορυφές και τα φύλλα του παραλαμβάνεται το αιθέριο έλαιο (μινθέλαιο). Το μινθέλαιο βρίσκει εφαρμογή στη Ζαχαροπλαστική, την ποτοποιϊα,  την αρωματοποιϊα και την φαρμακευτική. Θεωρείται πολύτιμο σαν φάρμακο λόγω των πολλαπλών ιδιοτήτων του, όπως: Τονωτικό, αντιβακτηριδιακό, αντιπαρασιτικό, διεγερτικό, στομαχικό, χωνευτικό, μαλακτικό, αντισπασμωδικό, αποχρεμπτικό, διουρητικό, εμμηναγωγό, καταπραϋντικό, αντιπυρετικό, κ.ά. Θεραπευτική χρήση : Δηλητηριάσεις, δυσμηνόρροια, ηπατικές παθήσεις, ισχιαλγία, κυστίτιδα, λαρυγγίτιδα, νευραλγία, χολολιθίαση. 

Μολόχα. Πρόκειται για την άγρια μολόχα, γνωστή και σαν αμπελόχα. Ήταν γνωστή στους αρχαίους, από τους οποίους χρησιμοποιείτο τόσο ως φαρμακευτικό, όσο και ως λαχανικό. Ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του είχαν προσέξει ότι το φυτό αυτό υποβοηθούσε την σκέψη, γιατί ήταν ελαφρό στην πέψη και άφηνε ελεύθερο το πνεύμα. Ο Ιπποκράτης παρασκεύαζε ένα κατάπλασμα με κρασί και μολόχα για να αντιμετωπίσει τα οιδήματα και τις φλεγμονές. Είναι φυτό διετές ή πολυετές, με φύλλα σχιστά και άνθη ερυθροϊώδη, τα οποία φέρονται στις μασχάλες των φύλλων κατά δέσμες. Ο βλαστός του είναι τριχωτός. Η μολόχα θεωρείται από τα νοστιμότερα χορταρικά. Εξάλλου είναι γνωστή η χρήση των φύλλων, των ανθέων και τις ρίζας της στη φαρμακευτική (αποχρεμπτικά, καταπραϋντικά, και μαλακτικά). Τα φύλλα και τα άνθη συλλέγονται το καλοκαίρι και οι ρίζες το φθινόπωρο. Από όλο το φυτό μπορούμε να φτιάξουμε αφέψημα που χρησιμοποιούμε για πλύσεις, εντριβές και επαλείψεις κατά των διαφόρων μωλώπων. Με τα άνθη φτιάχνουμε τσάϊ που μαλακώνει το βήχα και ευνοεί την γρήγορη ανάρρωση από το κρυολόγημα. Από τις ρίζες του φυτού φτιάχνουμε αφέψημα που είναι εξαιρετικό φάρμακο για όσους πάσχουν από ερεθισμούς του αναπνευστικού συστήματος ή το έλκος του στομάχου. Θεραπευτική χρήση: Βήχας, δερματοπάθειες, έλκος στομάχου - δωδεκαδακτύλου, κάλοι κ.ά.


   

Μπελαντόνα - Άτροπος (οικογένεια Σολανίδες). Φυτό που απαντάται αυτοφυές σε δασώδεις ή χέρσες εκτάσεις στις Παρυφές του Τυμφρηστού, την Οίτη, τον Όλυμπο και τον Παρνασσό. Γενικά θεωρείται φυτό σπάνιο για την Ελληνική χλωρίδα. Η ονομασία του«Άτροπος», αναφέρεται σε μία από τις τρεις Μοίρες της Ελληνικής μυθολογίας (Άτροπος, Κλωθώ, Λάχεση). Είναι πιθανόν ο«Μανδραγόρας» του Θεοφράστου και ο τρίτος Μανδαγόρας του Διοσκουρίδη, να αναφέρονται στο εν λόγω φυτό. Επίσης, περιγράφεται στον Μεσαίωνα με το όνομα «Άτροπος -Μπελαντόνα». Είναι φυτό πολυετές, ύψους 0,50 - 1,30 μέτρα, έχει χρώμα πράσινο ή ρόδινο και είναι χνουδωτό και δύσοσμο. Έχει φύλλα ωοειδή, ακέραια με δυσάρεστη οσμή και πικρή γεύση που περιέχουν διάφορα αλκαλοειδή (ατροπίνη, υοσκυαμίνη, σκοπολαμίνη κ.ά). Τα άνθη του φυτού φέρονται συνήθως ανά δύο στις μασχάλες των φύλλων, είναι καφέ-κόκκινα, έχουν σχήμα καμπάνας και εμφανίζονται αργά την άνοιξη- αρχές καλοκαιριού. Οι καρποί του είναι λαμπερές μαύρες ράγες στο μέγεθος του κερασιού. Έχουν μία γλυκίζουζα γεύση, είναι όμως εξαιρετικά δηλητηριώδεις και μπορεί να προκαλέσουν το θάνατο. Ολόκληρο το φυτό και οι ρίζες του είναι πολύ δηλητηριώδες, λόγω της μεγάλης περιεκτικότητάς του σε «ατροπίνη», μία ουσία πολύτιμη από φαρμακευτική άποψη, αλλά και πολύ τοξική. Το φυτό Μπελαντόνα - Άτροπος, χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμάκων (αντισπασμωδικών, ηρεμιστικών, διεγερτικών), τα οποία χορηγούνται μόνο με ιατρική συνταγή. Θεραπευτική χρήση: Άσθμα, δυσκοιλιότης, επιληψία, ζαλάδες, κοκκύτης, ναυτία κ.ά.ΠΡΟΣΟΧΗ: Η Μπελαντόνα - Άτροπος δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να έρχεται σε άμεση επαφή με το δέρμα ή τα χέρια σας καθώς αποτελεί ένα επικίνδυνο και ΤΟΞΙΚΟ φυτό. Περιέχει αλκαλοειδή (ατροπίνη, υοσκυαμίνη, σκοπολαμίνη) που δρουν αρχικά στο κεντρικό νευρικό σύστημα (Κ.Ν.Σ) και το πρώτο σύμπτωμα είναι η απώλεια όρασης, ακολουθεί παραλήρημα, καταστολή και τελικά θάνατος.       

Νάρκισσος. Ανήκει στην τάξη Λιλιώδη (οικογένεια Αμαρυλλίδες) και περιλαμβάνει, σε αυτοφυόμενη άγρια μορφή, επτά περίπου είδη πολυετών ποωδών βολβόριζων φυτών με τις ονομασίες μανουσάκι, ζαμπάκι, βούτσινο, ίτσο κ.ά. Είναι φυτό ανθεκτικό με χιτωνοφόρο βολβό, άφυλλο υπέργειο βλαστό ύψους 5 - 120 εκατοστομέτρων με ένα ή περισσότερα άνθη στην κορυφή και φύλλα παράρριζα όρθια που εμφανίζονται μαζί με τα άνθη. Τα άνθη του είναι αρωματικά, λευκά, κίτρινα ή ρόζ, συνήθως κρεμαστά. Οι βολβοί του Νάρκισσου είναι δηλητηριώδεις και παλαιότερα το χρησιμοποιούσαν ως καθαρτικό και εμετικό. Σήμερα χρησιμοποιείται βάμμα του βολβού στην ομοιοπαθητική, κατά της ρινίτιδας, της βρογχίτιδας, της διάρροιας κ.ά. Από τα άνθη του εξάγεται αιθέριο έλαιο που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία. 


Παλαμωνίδα (Ονωνίς). Είναι αυτοφυόμενο φυτό, γνωστό επίσης σαν γαϊδουράγκαθο, παλαμίδι, ανωνίδα, παλαμωνίδα, κ.λπ.. Η ονομασία προέρχεται από την λέξη ό ν ο ς , επειδή το ζώο δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στο φυτό. Γι’ αυτό αναφέρεται η «ο ν ω ν ί ς»του Θεοφράστου και «α ν ω ν ί ς» του Διοσκουρίδη, ο οποίος γράφει ότι το χρησιμοποιούσαν ως διουρητικόν. Το φυτό είναι φρύγανο πολύκλαδο, αγκαθωτό, με χνουδωτό βλαστό. Τα φύλλα του είναι σύνθετα (τρίφυλλα) στη βάση και απλά κατά μήκος του βλαστού μέχρι την κορυφή. Τα κιτρινωπά άνθη του φέρονται στις μασχάλες των φύλλων και εμφανίζονται στο τέλος της ανοίξεως και τις αρχές του καλοκαιριού. Φαρμακευτικώς χρησιμοποιούνται η ρίζα του φυτού, που έχει διουρητικές και αντιρευματικές ιδιότητες και τα φύλλα του που έχουν θαυμάσια αποτελέσματα για την υπερτροφία του προστάτη (Σε τρία ποτήρια καυτό νερό ρίχνουμε 10 γραμ. φύλλα γαϊδουράγκαθο - ανωνίδα και τα αφήνουμε για ένα τέταρτο. Το αφέψημα αυτό το πίνουμε κατά διαστήματα από το πρωί μέχρι το βράδυ). Οι ρίζες του φυτού συλλέγονται την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Θεραπευτική χρήση: Δυσουρία, λιθίαση, ρευματισμοί, υπερτροφία του προστάτη.

                                                                  
Πλάτανος ή Πλατάνι. Αυτοφυές φυλλοβόλο δένδρο, που απαντάται σε εδάφη πλούσια σε νερό. Το ύψος του ίσως ξεπερνάει τα 50 - 60 μέτρα και είναι αιωνόβιο φυτό. Σύμφωνα με την επιστημονική ταξινόμηση, ανήκει στο γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών και στην τάξη «αμιαμηλιώδη» της οικογένειας πλατανίδες. Είναι γνωστός από την αρχαιότητα με το όνομα «πλατανιστός». Η ονομασία «πλάτανος», που χρησιμοποιείται στην Νέα Ελληνική είναι υστερογενής. Το όνομα προέρχεται από την λέξη «πλατύς», πλατιά φύλλα ή πλατύς φλοιός ή πλατύς ίσκιος. Ο πλάτανος είναι σύμβολο ζωής και λεβεντιάς, δένδρο ευλογημένο λόγω του προστατευτικού του όγκου πάνω από τους ανθρώπους. Από φαρμακευτική άποψη θεωρείται πολύτιμος ο καρπός του, που χρησιμοποιείται για την θεραπεία της υπερτροφίας του «καλοήθη» προστάτη. Ένα φλιντζάνι την ημέρα αφέψημα, πιστεύεται ότι συρρικνώνει τον διογκωμένο καλοήθη προστάτη. Συνταγή: Βράζουμε επτά (7) μπαλάκια από πλάτανο (ώριμα - αποξηραμένα) σε δύο (2) ποτήρια νερό, μέχρι να μείνει το ένα (1) ποτήρι. Στραγγίζουμε και πίνουμε μια κουταλιά της σούπας κάθε μέρα μέχρι να τελειώσει.      

Πολυκόμπι (Εκουϊζέτο). Το Πολυκόμπι έχει επιβιώσει από τους προϊστορικούς χρόνους, όπως δείχνουν τα απολιθώματα και παρέμεινε αμετάβλητο από τότε που σχηματίστηκαν τα γαιανθρακοφόρα στρώματα. Δεν ανθίζει, αλλά σχηματίζει σπόρους όπως οι φτέρες, με τις οποίες συγγενεύει. Οι αρθρωτοί βλαστοί έχουν τραχιά υφή, επειδή το φυτό κατά μοναδικό τρόπο απορροφά μεγάλες ποσότητες πυριτίου από το έδαφος. Οι Ρωμαίοι το χρησιμοποιούσαν για να πλένουν τα δοχεία και τα σκεύη τους, όχι μόνο για να τα καθαρίσουν αλλά και για να γίνουν αντικολλητικά, λόγω του πυριτίου. Επίσης, το φυτό χρησιμοποιήθηκε κατά τον Μεσαίωνα σαν λειαντικό από τους επιπλοποιούς, για το στίλβωμα των σκευών από κασσίτερο, μπρούτζο και χαλκό και για το πλύσιμο ξύλινων δοχείων και αγγείων για το γάλα. Θεραπευτικές ιδιότητες : Το Πολυκόμπι δρά ως στυπτικό, αιμοστατικό, ήπιο διουρητικό, τονωτικό των ιστών και επουλωτικό. Βοηθάει στην απορρόφηση του ασβεστίου και εμποδίζει την εναπόθεση των λιπιδίων στις αρτηρίες. Μειώνει την αιμορραγία και επουλώνει τα τραύματα. Θεωρείται ιδικό ίαμα για περιπτώσεις φλεγμονής ή καλοήθους διόγκωσης του προστάτη αδένα. Χρησιμοποιείται ακόμη κατά της οστεοπόρωσης, των διαταραχών στους πνεύμονες και των νεφρών, των φλεγμονών του ουροποιητικού συστήματος, των πόνων των αυτιών, αλλά και κατά των δερματικών διαταραχών, εκζεμάτων, ακμής κ.ά. Μειώνει την αιμορραγία και επουλώνει τραύματα χάρη στη μεγάλη του περιεκτικότητα σε υδροξείδιο του πυριτίου. Η σκόνη του αποξηραμένου φυτού πίνεται ως αφέψημα. Επίσης η αλοιφή από σκόνη γίνεται κατάπλασμα για έλκη ποδιών, πληγές, ερεθισμούς και χιονίστρες. Προσοχή όμως να μην χρησιμοποιείτε περισσότερο από 6 εβδομάδες, γιατί μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό του πεπτικού. 


Πουλσατίλλα (Ανεμώνη). Πρόκειται για φυτό που ανήκει στο γένος «Ρανουνκουλίδες» με το κοινό όνομα «Ανεμώνες». Η οικογένεια περιλαμβάνει 150 περίπου είδη πολυετών ποωδών φυτών, από τα οποία 5 - 6 περίπου είδη, αυτοφύονται σε υγρές και δασικές εκτάσεις στις «Παρυφές του Τυμφρηστού». Τα φύλλα είναι πτεροειδώς ή παλαμοειδώς διηρημένα και φέρουν μεταξωτές τρίχες. Τα άνθη του φυτού είναι ελκυστικά, φύονται μεμονωμένα και το χρώμα τους ποικίλλει από ερυθρά ή ερυθροϊώδη ή ρόδινα ή ρόζ, έως μώβ, κυανοϊώδη, κίτρινο ή λευκό. Είναι φυτό τοξικό και προκαλεί σοβαρές πεπτικές διαταραχές στα ζώα εάν φαγωθεί νωπό. Επίσης μπορεί να προκαλέσει φλύκταινες στο δέρμα όταν έλθει σε επαφή. Οι βλενώδεις ουσίες που περιέχουν όλα τα μέρη του φυτού χρησιμοποιούνται στην φαρμακευτική και την Ομοιοπαθητική. 

Πουρνάρι (πρίνος). Αειθαλές δένδρο, με φύλλα μικρά δερματώδη, πριονωτά, αγκαθωτά και ο καρπός του είναι το βαλανίδι. Πρόκειται για ένα είδος Βαλανιδιάς που όπως είναι γνωστό, γενικώς ή Βαλανιδιά, ήταν αφιερωμένη στο Δία και οι αρχαίοι απέδιδαν σ’αυτή τη δύναμη να χρησμοδοτεί. Όλα τα μέρη του δένδρου, είναι πολύτιμα, στη βιομηχανία ξύλου, στη βυρσοδεψία και στη Φαρμακευτική. Ο φλοιός έχει ουσίες «δεψικές» που χρησιμοποιούνται στη βυρσοδεψία. Η ρίζα του έχει πολύτιμες τονωτικές, ορεκτικές, αντισπασμωδικές, και καταπραϋντικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική (Η συγκομιδή της ρίζας γίνεται το φθινόπωρο). Θεραπευτ. χρήση : Άσθμα, ατονία, έλκος στομάχου - δωδεκαδακτύλου, ίκτερος, όγκοι, φακίδες, φυματίωση, χλώρωση.


 Φτελιά. Δένδρο ύψους 50 μέτρων περίπου, γνωστό και ως φτελιός, πτελιά, βρυσσός, καραγάτσι (Ο Όμηρος την αναφέρει«πτελέη»). Ο κορμός του δένδρου είναι ευθύς, πολύκλαδος, και φέρει πολλές παραφυάδες. Έχει φύλλα πλατιά, ωοειδή, ασύμμετρα στη βάση, με χνουδωτό μίσχο. Τα άνθη του είναι ερυθρωπά, κατά δέσμες στις μασχάλες των φύλλων και εμφανίζονται νωρίς την άνοιξη. Όλα τα μέρη του είναι φαρμακευτικά. Επίσης, όλα τα μέρη του δένδρου έχουν θεραπευτικές ιδιότητες. Ο φλοιός έχει στυπτικές, διουρητικές και τονωτικές ιδιότητες, ενώ τα φύλλα θεωρούνται πολύ καλά καθαρτικά, κατά της αρθρίτιδας, και των ρευματισμών. Χρησιμοποιείται και για τις πεπτικές διαταραχές και μπορεί να προκαλέσει στιγμιαία ανακούφιση στην οξύτητα, την διάρροια και την γαστρεντερίτιδα. Εξωτερικά χρησιμοποιείται για την προστασία του δέρματος και για τη θεραπεία του εκζέματος.  

Ραδίκι. Φυτό αυτοφυόμενο, γνωστό με τα ονόματα πικρολίδι, πικραλίδα, αγριοπικραλίδα, παπαδουλιά, πικροράδικο. Ο βλαστός του φθάνει σε ύψος 1 μέτρο περίπου και είναι όρθιος, πολύκλαδος, τριχωτός, ή χνουδωτός. Έχει φύλλα ποικιλόμορφα και άνθη κυανά (πολύ σπάνια και λευκορόδινα). Οι τονωτικές ορεκτικές και αντιπυρετικές ιδιότητες του ραδικιού αναφέρονται όχι μόνο στα φύλλα και τη ρίζα του, αλλά σ’ολόκληρο το φυτό. Η ρίζα συλλέγεται οποιαδήποτε εποχή. Το ραδίκι ήταν γνωστό στην ανθρωπότητα από τα αρχαία χρόνια. Αναφέρεται σε Αιγυπτιακό πάπυρο που χρονολογείται περίπου το 1550 π.Χ. Ο Γαληνός το  συνιστούσε για προβλήματα στο συκώτι και ο Πλίνιος που το χαρακτήριζε αναζωογονητικό, μιλούσε για ένα χυμό από ραδίκια, ροδέλαιο και ξύδι που λειτουργεί ως φάρμακο για τον πονοκέφαλο. Επίσης, ο Διοσκουρίδης το συνιστούσε για στομαχικές διαταραχές και προβλήματα χώνεψης.   Θεραπευτική χρήση : Ηπατικές, παθήσεις, λειχήνες προσώπων, πυρετός.



Ρίγανη (Ορίγανος). Φυτό φρυγανώδες, αρωματικό και φαρμακευτικό. ΄Εχει ύψος 0,30 - 0,80 μ., βλαστό πολύκλαδο, τριχωτό και φύλλα ωοειδή, τριχωτά στην επιφάνεια. Τα άνθη είναι λευκά, φέρονται στις άκρες των βλαστών και είναι σε πλήρη άνθηση το καλοκαίρι. Το όνομα προέρχεται από τις λέξεις «όρος» = βουνό και «γάνος» = λαμπρότητα, κάλος, ευφροσύνη, δηλαδή αυτό που λάμπει στα βουνά. Στην αρχαιότητα πλέκετο στο στεφάνι των νυμφευόμενων. Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι οι χελώνες, όταν καταπίνουν ένα φίδι, τρώνε αμέσως ρίγανη για να μην πεθάνουν, επειδή η ρίγανη είναι αντίδοτο στο δηλητήριο. Υπάρχει μία σύγχυση με την ονοματολογία της ρίγανης. Συγκεκριμένα πολλά φυτά με παρόμοιο άρωμα ονομάζονται ρίγανη, όμως η πραγματική ρίγανη είναι αυτή που αυτοφύεται στις παρυφές του Τυμφρηστού και γενικότερα στην Στερεά Ελλάδα και η οποία χρησιμοποιείται ευρέως στην Μαγειρική (Σαλάτες, ψητά στη σχάρα κ.λ.π). Το αιθέριο έλαιο που περιέχει το φυτό, έχει ιδιότητες στομαχικές, τονωτικές, αποχρεμπτικές, αντισπασμωδικές και εφιδρωτικές. Το φυτό συλλέγεται σε πλήρη άνθηση και αφού γίνει η αποξήρανση, σε σκιερό μέρος, αφαιρούνται οι βλαστοί (κοτσάνια) και τοποθετείται σε δοχείο (βάζο από γυαλί και όχι πλαστικό, διότι η μεγάλη οξύτητα της ρίγανης διαβρώνει το πλαστικό και μεταφέρονται πλαστικές ουσίες στις τροφές.). Θεραπευτική χρήση: Άσθμα, βήχας, βρογχίτιδα, γαστρίτιδα, διάρροια, δυσεντερία, δηλητηριώδη δαγκώματα, οδοντόπονοι, χλώρωση κ.ά. Επίσης, η ρίγανη διευκολύνει την πέψη, καταπολεμά την δυσκοιλιότητα, είναι καλό δυναμωτικό και φίλος για τους πνεύμονες στις χρόνιες βρογχίτιδες. Έχει διεργετικές ιδιότητες και βοηθά άτομα που υποφέρουν από κόπωση.  


Σερνικοβότανο ή Όρχις. Πολυετές φυτό που απαντάται σε ορεινούς χλοώδεις και υγρούς τόπους σε 35 περίπου είδη (Ορισμένα είδη καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά). Έχει ύψος 0,10 - 0,50 μέτρα και φύλλα λογχοειδή, με καστανέρυθρες κηλίδες. Τα άνθη του είναι ερυθρωπά ή λευκά και φέρονται πολλά μαζί, κατά τις αρχές του καλοκαιριού. Οι ριζοκόνδυλοι του φυτού που μοιάζουν με μικρά αμύγδαλα περιέχουν θρεπτικό άμυλο, συγκομίζονται στα μέσα του καλοκαιριού και λαμβάνεται καλής ποιότητος «σαλέπι» που έχει ευρεία εφαρμογή στη Φαρμακευτική και τη Ζαχαροπλαστική. Επίσης, παρασκεύαζεται εύγευστο "θαυματουργό" ρόφημα που μαλακώνει το λαιμό, ανακουφίζει το στομάχι και είναι όπλο κατά των ιώσεων. Είναι ιδανικό για όσους πάσχουν από άσθμα, όπως επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί πριν από τον ύπνο - σαν ηρεμιστικό - γιατί δεν περιέχει τεϊνη ή καφεϊνη. Το σαλέπι είναι πλούσιο σε άμυλο και πολύτιμα μεταλλικά άλατα, όπως φωσφόρο, ασβέστιο, αλλά και σε θρεπτικούς πολυσακχαρίτες, γλυκομανάνες κ.ά, γι'αυτό και  χρησιμοποιείται για την τόνωση των ασθενών κατά την διάρκεια της ανάρρωσής τους. Περιέχει μια κολλώδη ουσία, την "βασσαρίνη", που όταν βράσει με νερό, δίνει αυτό το άριστο μαλακτικό κατά του βήχα και άλλων παθήσεων του θώρακα, αλλά και του στομάχου και των εντέρων. Ο πρώτος που κατέγραψε το φυτό αυτό ήταν ο Θεόφραστος και του έδωσε την ονομασία "όρχις", λόγω του σχήματος των δύο βολβών του  (αρσενικό φυτό = σερνικοβότανο).   
Σίλυβο (Silybum) ή Γαϊδουράγκαθο. Διετές φυτό γνωστό σαν γαϊδουράγκαθο , όμως οι αρχαίοι το ονόμαζαν «Σίλυβο». Έχει ύψος 0,50 – 1,50 μέτρα και βλαστό όρθιο διακλαδισμένο. Τα φύλλα του είναι μεγάλα, με λευκές κηλίδες στην επάνω επιφάνεια. Τα πορφυρϊώδη άνθη του φέρονται στο άκρο του βλαστού και εμφανίζονται στις αρχές του καλοκαιριού. Τα τρυφερά φύλλα του φυτού τρώγονται είτε ωμά είτε μαγειρεμένα. Τα κεφάλια από τα άνθη του τρώγονται βραστά την άνοιξη πριν ανθίσουν όπως οι αγκινάρες και βοηθούν στην τόνωση του οργανισμού, το καθάρισμα του αίματος, την αποτοξίνωση, αλλά και την αύξηση της παραγωγής γάλακτος των γυναικών. Οι ρίζες του φυτού και οι σπόροι του έχουν πολύτιμες θεραπευτικές ιδιότητες εφιδρωτικές, αιμοστατικές, καταπραϋντικές κ.λ.π. Η ρίζες συλλέγονται κατά τα μέσα του φθινοπώρου και οι σπόροι κατά τα μέσα του καλοκαιριού. Στη βοτανοθεραπευτική χρησιμοποιούνται κυρίως οι σπόροι από τα άνθη του, που συλλέγονται προς το τέλος του καλοκαιριού όταν ξεραθούν πλήρως. Και τα άλλα μέρη του φυτού χρησιμοποιούνται φαρμακευτικά αλλά με χαμηλότερες περιεκτικότητες σε δραστικές ουσίες (Σιλυμαρίνη, τυραμίνη, ισταμίνη, κινικίνη, φλαβονικά γλυκοσίδια, άλατα νιτρικού οξέος, νιτρικό κάλιο, αιθέριο έλαιο κ.ά). Θεραπευτική χρήση: Το γαϊδουράγκαθο θεωρείται εξαιρετικό βότανο για το συκώτι και το πάγκρεας, είναι το κύριο γιατρικό που χρησιμοποιείται για την προστασία του συκωτιού από λοιμώξεις, κατανάλωση αλκοόλ ή χημειοθεραπείες. Μπορεί να βοηθήσει στο να περιοριστούν οι βλάβες στο συκώτι αλλά και στην ανανέωση των κυττάρων του (κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι το γάλα από γαϊδουράγκαθο μπορεί να ανατρέψει μεγάλο μέρος ηπατικής βλάβης που έχει προέλθει από κατάχρηση αλκοόλ). Το γαϊδουράγκαθο χρησιμοποιείται ακόμη στη θεραπεία της ηπατίτιδας, του ίκτερου και της κύρωσης του ύπατος. Χορηγείται σε όλα τα προβλήματα της χοληδόχου κύστης καθώς αυξάνει την έκκριση και την ροή της χολής από το ήπαρ και της χοληδόχου κύστης. Επίσης, χρησιμοποιείται σαν δυναμωτικό του εγκεφάλου και της μνήμης, σαν καταπραϋντικό για την καταρροή, την πλευρίτιδα, την ψωρίαση, την δυσεντερία κ.ά. Πρόσφατα ανακαλύφθηκε και η αντικαρκινική, η νευροπροστατευτική αλλά και η καρδιοπροστατευτική του δράση λόγω της μείωσης της χοληστερόλης που προκαλεί (Φάρμακο SILIMARIN κατά της χοληστερίνης). Δοσολογία: Σε ένα φλιτζάνι βραστό νερό 1 κουταλάκι ξηρούς σπόρους 3 φορές την ημέρα.   

Σινάπι (Βρούβες). Είναι ετήσια αυτοφυή ποώδη φυτά, ύψους 0,30 - 0,80 μ. Ο βλαστός τους φέρει αραιές τρίχες και τα φύλλα είναι οδοντωτά, μετρίου μεγέθους που εναλλάσσονται. Τα άνθη τους είναι ζωηρά κίτρινα, που σχηματίζουν ταξιανθίες και εμφανίζονται στις αρχές του καλοκαιριού. Οι καρποί τους είναι μακριοί και έχουν 10 -12 σπόρια. Υπάρχουν δύο είδη σιναπιού, το λευκό και το μαύρο και είναι γνωστά με τα κοινά ονόματα αγριόβρουβες, βρούβες, λαψάνες. Τα είδη αυτά αναφέρονται από τον Θεόφραστο και τον Διοσκουρίδη, με το όνομα Σινάπι ή Νάπι. Το σινάπι έχει πάρα πολλές θεραπευτικές   ιδιότητες, που αναφέρονται κυρίως στους σπόρους και το αιθέριο έλαιο (Σκορβούτο κ.ά). Εκτός από την γνωστή μουστάρδα χρησιμοποιείται ως αφέψημα, ζωμός, αλεύρι, λάδι (σιναπόλαδο), έγχυμα για κατάπλασμα, κ.ά. Προσοχή οι υπερτασικοί θα πρέπει να αποφεύγουν γενικώς το σινάπι. (Στις μεγάλες παγωνιές οι πρακτικοί συνιστούν να ρίχνει κανείς μια πρέζα σκόνη σιναπιού μέσα στις κάλτσες του, για να δημιουργηθεί υπεραιμία. Ακόμη για την ανικανότητα πρότειναν την εντριβή του ανδρικού μορίου με σινάπι για πρόκληση υπεραιμίας).
Το φυτό «Σκάρφη» (Ελλεοβόρος ο κυκλόφυλλος) με τις θεραπευτικές ιδιότητες
Η Σκάρφη είναι ένα πολυετές και ποώδες φυτό ύψους 30 – 40 εκατοστών, που βλασταίνει και ανθίζει στις εξοχές του Γέρμα, περί τα τέλη του Χειμώνα και τις αρχές της Άνοιξης. Η μορφή του φυτού αυτού είναι κάπως παράξενη. Από το μαύρο και ισχυρό ρίζωμά του βγαίνουν, κατά την προαναφερόμενη χρονική περίοδο, 2 - 3 βαθυπράσινοι φυλλοφόροι και άλλοι τόσοι ανθοφόροι βλαστοί
Φυλλοφόροι και ανθοφόροι βλαστοί σκάρφης.
. Οι αρχαίοι Έλληνες, όταν έβλεπαν κάποιον ατίθασο και νευρικό άνθρωπο, χρησιμοποιούσαν την παροιμιώδη έκφραση «ελλεοβόρου δείται», δηλαδή πρέπει να πάρει ελλεόβορο (σκάρφη), διότι έχει ανάγκη ηρεμίας και ύπνου.
Τα ζώα δεν τρώνε τη σκάρφη, επειδή η εμπεριεχόμενή της ουσία ελλεβορίνη είναι δηλητηριώδης. Λόγω αυτής της θανατηφόρας ιδιότητάς της, οι μνησίκακοι χωρικοί της παλαιάς εποχής "σκάρφιζαν" (δηλητηρίαζαν} με τη ρίζα και το απόσταγμα του εν λόγω φυτού τα αιγοπρόβατα και τα οπωροφόρα δέντρα των εχθρών τους. Συγκεκριμένα, ράντιζαν με χυμό σκάρφης τις ανάλογες ζωοτροφές και τοποθετούσαν μέσα σε σχισμές των «μισητών» δέντρων ρίζες σκάρφης, που τα ξήραιναν αμέσως.

Σπαθόχορτο ή Βαλσαμόχορτο Έχει  ύψος 0,20 - 0,80 μέτρα. Ο βλαστός  του  είναι  όρθιος, ισχυρός, με  φύλλα ωοειδή (τα φύλλα θρυμματισμένα αναδύουν μυρωδιά όμοια με θυμίαμα). Στην  κάτω  επιφάνεια  των  φύλλων  υπάρχουν  πολλά  διαφανή  και  προς  τα  άκρα  μελανά  στίγματα. Τα  άνθη (κίτρινα) φέρονται  κατά δέσμες και ανθίζουν το καλοκαίρι μέχρι τις αρχές φθινοπώρου. Ανήκει  στα  φυτά  της Ελληνικής χλωρίδας και φέρεται με τα κοινά ονόματα βάλσαμο, χελωνοχόρταρο, βαλσαμάκι, σπαθόχορτο, λειχηνόχορτο, περίκη, βότανο του Ιωάννου Προδρόμου. Οι φαρμακευτικές του ιδιότητες (εμμηναγωγοί, διουρητικές, αιμοστατικές) αναφέρονται κυρίως στα άνθη, τους ανθοφόρους βλαστούς και στα φύλλα. Τα φαρμακευτικά μέρη συλλέγονται κατά τα μέσα καλοκαιριού, αποξηραίνονται, τοποθετούνται σε βάζο και αποθηκεύονται σε σκοτεινό ξηρό μέρος. Για την παρασκευή βαλσαμέλαιου συλλέγουμε τις καρποφόρες ανθισμένες κορυφές του φυτού, τις τοποθετούμε σε φιάλη με ελαιόλαδο (120g από ανθισμένες κορυφές για κάθε μισό λίτρο ελαιόλαδο), το αφήνουμε 3 μήνες περίπου στον ήλιο και το λάδι αυτό (βαλσαμέλαιο), το χρησιμοποιούμε εξωτερικά για νευραλγίες, ισχιαλγίες, τραύματα, κιρσούς, έλκη, ηλιακά εγκαύματα κ.ά, αλλά και εσωτερικά για παθήσεις συκωτιού, στομαχικές και εντερικές παθήσεις, χρόνια κόπωση, θρομβώσεις κ.ά. Θεραπευτική χρήση: Τραύματα, εγκαύματα, φαγούρες, τσιμπήματα εντόμων, αιμόπτυση, δυσεντερία, έλκος στομάχου, παθήσεις γαστρεντερικού σωλήνα, πνευμονικές ενοχλήσεις, αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη (ονομάζεται και εναλλακτικό Prozac), δύσπνοια, θρόμβωση, ρευματισμούς, αρθριτικά κ.ά. Προσοχή όμως όταν έχουμε πάρει  βαλσαμόχορτο δεν εκθέτουμε  ποτέ το σώμα μας στο ηλιακό φώς διότι η φωτοτοξικότητά του μπορεί να προκαλέσει εγκαύματα στο δέρμα μας. Γι’αυτό τόσο το αφέψημα (βαλσαμόχορτο) όσο και το βαλασαμέλαιο (επαλείψεις και εσωτερική λήψη), γίνεται το βράδυ. Επίσης, σε περίπτωση που λαμβάνονται άλλα φάρμακα πρέπει να ενημερώνεται ο γιατρός ή ο φαρμακοποιός.  

.

Σπάρτο. Είναι ο κοινός θάμνος, τον οποίο οι αρχαίοι ονόμαζαν «Λινόσπαρτον» ή «Σπάρτιον». Το ύψος του φθάνει τα 3 μέτρα, οι βλαστοί του είναι λεπτοί, κυλινδρικοί, σχεδόν χωρίς φύλλα και τα άνθη του κίτρινα, αρωματικά. Είναι φυτό καλλωπιστικό, βιομηχανικό (από τους βλαστούς του φυτού παράγεται κλωστική ύλη, από την οποία κατασκευάζονται τα σχοινιά). Επίσης είναι φυτό μελισσοτροφικό και φαρμακευτικό. Περιέχει μία αλκαλοειδή ουσία, την «σπαρτεϊνη», που έχει πολύτιμες διουρητικές, καρδιοτονωτικές, καθαρτικές και άλλες ιδιότητες. Οι φαρμακευτικές ιδιότητες του Σπάρτου (Αλκαλοειδή, φλαβονοειδή, γλυκοσίδια, τανίνη, πικρό στοιχείο, πτητικό έλαιο, κ.ά), αναφέρονται κυρίως στα άνθη του. Θεραπευτική χρήση : Χολολιθίαση, υδρωπικία (υδρωπικία είναι η συγκέντρωση νερού σε ένα μέρος του σώματος). Προσοχή !!!. ΜΗ χρησιμοποιείται το Σπάρτο κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης
Στρύφνος ή Στρύχνος ή Aγριοντοματιά (Solanum nigrum. L). Είναι φυτό ετήσιο, πολύκλαδο, ύψους 0,20 - 1 μέτρο περίπου, λείο ή αραιώς τριχωτό. Έχει φύλλα βαθυπράσινα, ωοειδή, άνθη μικρά λευκά, εμφανιζόμενα στις αρχές του καλοκαιριού και μαύρο σφαιρικό καρπό. Το συναντάμε σε πολλές περιοχές τις Ελλάδος με τα κοινά ονόματα, στρύφνο, στρύχνο, στύφνο, αγριοντοματιά (Σολανό) βρωμόχορτο, βρωμοβότανο, αμπελουρίδα, πικροσταφίδα κ.ά. Στο φυτό αυτό αναφέρονται  ο "εδώδιμος Στρύχνος" του Θεόφραστου και ο "κηπαίος Στρύχνος" του Διοσκουρίδη, οι οποίοι και το περιγράφουν. Το φυτό αυτό χαρακτηρίζεται από πολύτιμες φαρμακευτικές ιδιότητες, που οφείλονται στην «σολανίνη» που περιέχει και η οποία είναι τοξική. Στη θεραπευτική χρησιμοποιούνται όλα τα μέρη του φυτού σαν μαλακτικά και καταπραϋντικά, αλλά μόνο κατόπιν ιατρικής υποδείξεως. Θεραπευτική χρήση : Εγκαύματα, έρπης, λειχήνες προσώπου, φαγούρα, πρηξίματα κ.ά (Προσοχή!!!.  μόνο με ιατρική συνταγή).


Σχοινόπρασο. Το όνομά του προέρχεται από τις λέξεις σχοινί και πράσο. Είναι πολυετές αυτοφυόμενο φυτό, μέλος της ομάδας των άγριων κρεμμυδιών. Εχει ύψος 0,30 -0,50 μέτρα περίπου, φύλλα πράσινα κυλινδρικά και πορφυρά σφαιρικά άνθη. Το σχοινόπρασο είναι το μικρότερο είδος κρεμμυδιού που που χρησιμοποιείται ως εδώδιμο εδώ και 5000 χρόνια, κυρίως για τα φύλλα του και όχι για τον βολβό του. Το σχοινόπρασο έχει πολύ πιο ελαφριά γεύση από το κοινό κρεμμύδι με την διαφορά ότι είναι πιο ευκολοχώνευτο, επειδή δεν περιέχει πολλά άλατα του θείου, όπως το κρεμμύδι. Είναι από τα αρχαιότερα βότανα και το χρησιμοποιούν για άρωμα κρεμμυδιού, το οποίο όμως είναι πιο ήπιο. Τα φύλλα του είναι αντισηπτικά, αυξάνουν την όρεξη, συμβάλλουν στην πέψη και θεωρούνται αφροδισιακά. Επίσης είναι καλό αντίδοτο για δηλητήρια και κατάλληλο για τη διακοπή της αιμορραγίας. Θεραπευτικές ιδιότητες : Το σχοινόπρασο, όταν καταναλώνεται ως σαλατικό, είναι πλούσιο σε βιταμίνες και σίδηρο και μπορεί να βοηθήσει στην αναιμία. Επίσης, ρίχνει την πίεση και βοηθά στην πέψη.     


Τσαϊ του Βουνού ή Σιδερίτης. Στην Ελλάδα απαντάται σε 10 είδη στις πλαγιές των βουνών, σε υψόμετρο πάνω από 1700 μέτρα. Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάνικα (Τ.46, σελ. 483), το σημαντικότερο Τσάϊ είναι του Τυμφρηστού ή Βελουχιού και του Παρνασσού. Σύμφωνα με άλλους βοτανολόγους, το Τσάϊ από την περιοχή της "Σαράνταινας", που βρίσκεται στις Παρυφές του Τυμφρηστού ή Βελουχιού, στα όρια των Νομών Φθιώτιδος και Ευρυτανίας και σε υψόμετρο 1920 μ, είναι το πρώτο σε ποιότητα Τσάϊ στην Ελλάδα. Το φυτό είναι ανθεκτικό αειθαλές, έχει ύψος 0,20 –0,50 μέτρα περίπου, φύλλα επιμήκη γκριζοπράσινα, χνουδωτά και σπονδυλώματα από κιτρινωπά άνθη που βρίσκονται στις άκρες των βλαστών και ανθίζουν στα μέσα του καλοκαιριού. Η συλλογή των ανθισμένων βλαστών, γίνεται όταν ολοκληρωθεί η ανθοφορία, εν συνεχεία ξηραίνονται σε σκιερό μέρος. Το «Τσάϊ του βουνού» είναι σπουδαίο φαρμακευτικό φυτό, με ιδιότητες αντισπασμωδικές, στομαχικές, απολυμαντικές, καταπραϋντικές, διουρητικές, αντιπυρετικές, τονωτικές κ.λ.π.. Το αρωματικό έγχυμά του, μαζί με μέλι, αποτελούσε ανέκαθεν την αγαπημένη συνταγή, για τα κρυολογήματα, τον βήχα και την γρίπη. Το τσάϊ του βουνού, εκτός από γευστικό και υγιεινό ρόφημα,έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο και πίνεται ζεστό ή κρύο χειμώνα και καλοκαίρι.
Τσουκνίδα. Πολυετές φυτό αυτοφυόμενο, με βλαστό βαθυπράσινο, ισχυρό, ύψους μέχρι ένα μέτρο. Έχει μεγάλα ωοειδή και οδοντωτά φύλλα. Όλα τα μέρη του φυτού φέρουν κοίλες τρίχες που περιέχουν οξύ. Σ’αυτό το οξύ οφείλεται ο κνησμός, που αισθάνεται κανείς όταν ακουμπήσει τσουκνίδα. Ο χυμός από τα φύλλα και τα σπέρματα του φυτού έχουν πολύτιμες φαρμακευτικές ιδιότητες, κυρίως αιματοστατικές, αντισπασμωδικές, αντιρευματικές, διεργετικές, διουρητικές, υποτασικές, κ.λ.π. Επίσης, παρασκευάζονται διάφορα σαμπουάν. Στους αρχαίους χρόνους το φυτό το χρησιμοποιούσαν στη Φαρμακευτική σε περιπτώσεις παραλυσίας, λήθαργου ή αποπληξίας. Θεραπευτική χρήση σήμερα : Αναιμία, αποστήματα, αρθρίτιδα, γάγγραινα, κυστίτιδα, ορχίτιδα,παράλυση, ρευματισμοί, σεξουαλική ανικανότητα, σεξουαλική ψυχρότητα, αρτηριακή υπέρταση, ουρικό οξύ κ.λ.π. Επίσης, η Τσουκνίδα είναι πλούσια σε βιταμίνες Α, Β, C, μέταλλα και βοηθάει στο αδυνάτισμα και την ενίσχυση του οργανισμού. Το αφέψημα από φύλλα τσουκνίδας συνιστάται ως διουρητικό και καθαρτικό.  

Φλαμουριά (Τίλιο). Πρόκειται για δένδρο ύψους 40 μέτρων περίπου και είναι γνωστό σαν τίλιο, φιλύρα, φιλουρία κ.ά. Έχει φύλλα καρδιοειδή και πριονωτά. Τα άνθη του είναι μελιτογόνα και φαρμακευτικά και εμφανίζονται στα μέσα του καλοκαιριού. Τα άνθη του φυτού και τα φύλλα του έχουν διουρητικές, αντισπασμωδικές, αποχρεμπτικές, καταπραϋντικές,  μαλακτικές  ιδιότητες και χρησιμοποιούνται ευρύτατα στη φαρμακοποιϊα. Επίσης, το τίλιο θεωρείται ότι προλαμβάνει την υπέρταση και  αρτηριοσλήρωση. Το βότανο αυτό ενδείκνυται για όσους έχουν υψηλή πίεση και παράλληλα είναι νευρικοί, με αποτέλεσμα η πίεσή τους να ανεβαίνει όταν εκνευρίζονται. Το τίλιο έχει την ιδιότητα να χαλαρώνει τα αιμοφόρα αγγεία και να επουλώνει τα τοιχώματά τους. Το τίλιο μπορεί να συνδυασθεί και με κράταιγο (Τσαπουρνιά). Θεραπευτική χρήση : Γαστραλγία, αρτηριοσκλήρωση, γρίππη, γαστρίτιδα, ισχιαλγία, τέτανος, υποχονδρία, υστερία, ένταση, υπέρταση κ.ά. 

Φλισκούνι. Είναι πολυετές αυτοφυόμενο αρωματικό φυτό, με τα ονόματα φλισκούνι, φλεσκούνι, βληχώνι, βληχούνι, γληφώνι, γληχούνι, λιβανόχορτο ή αγριορίγανη κά. Έχει βλαστό όρθιο, λείο ή τριχωτό, τα άνθη είναι από μώβ έως ρόδινα ή ιώδη. Τα άνθη φέρονται κατά πυκνές δέσμες στις μασχάλες των φύλλων και ανθίζουν από το τέλος της ανοίξεως μέχρι το τέλος του καλοκαιριού. Τα άνθη και τα φύλλα του φυτού έχουν πολύτιμες μαλακτικές και αποχρεμπτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική. Επειδή έχει ιδιότητες συγγενείς με την «μέντα», μπορεί να χρησιμοποιείται αντί γι’αυτή. Οι γιατροί της αρχαιότητας θεωρούσαν ότι το βότανο είχε εμμηναγωγικές ιδιότητες. Οι παλαιοί γιατροί χρησιμοποιούσαν το άγριο φλισκούνι για κοκίτη και γενικότερα  για τις  παθήσεις των αναπνευστικών οργάνων. Επίσης, το θεωρούσαν πολύ σπουδαίο αντιαρθριτικό φάρμακο και για το λόγο αυτό το ονόμαζαν και "μέντα ποδαγκράρια".Προσοχή το φλισκούνι συμβάλλει στην περίοδο και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από εγκύους ή όταν αναμένεται εγκυμοσύνη. Επίσης, το έλαιο από φλισκούνι ΔΕΝ πρέπει να ληφθεί εσωτερικά ποτέ !!!. Είναι πολύ τοξικό και μπορεί να προκαλέσει ακόμη και το θάνατο !!!.     


Φουμαρία (Χιονίστρα). Ο Διοσκουρίδης το ονομάζει καπνίτη, καπνό, καπνογόργιον. Είναι φυτό που απαντάται σε πολλές περιοχές της Ελλάδος. Ο βλαστός του είναι όρθιος, έρπει ή αναρριχάται. Έχει φύλλα πτεροσχιδή και άνθη ερυθρωπά. Ανθίζει από τα μέσα της ανοίξεως μέχρι τα μέσα του φθινοπώρου. Από φαρμακευτική άποψη μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα άνθη και τα φύλλα, διότι έχουν ιδιότητες τονωτικές, καθαρτικές, διουρητικές, κατευναστικές, υπνωτικές κ.λ.π. Η συγκομιδή γίνεται κατά το καλοκαίρι και ακολουθεί ξήρανση. Θεραπευτική χρήση: Δυσπεψία, ηπατικές παθήσεις, λειχήνες προσώπου, σκορβούτο, ψωρίαση. 


 Φράξος Μέλεγος). Πρόκειται για δένδρο (θάμνο), που φθάνει τα 10 μέτρα περίπου και είναι γνωστός σαν μέλεγος, φράξος, μελιά, μελιός κ.ά. Είναι γνωστός από την αρχαιότητα με το όνομα «μελία ή μελίη», όπως το αναφέρει ο Όμηρος. Η χρήση του στη φαρμακευτική είναι γνωστή από την εποχή του Διοσκουρίδη, ο οποίος αναφέρει τις θεραπευτικές ιδιότητες των φύλλων και του φλοιού του. Ο κορμός του έχει χαρακτηριστικό καφέ χρώμα και τα φύλλα του είναι σύνθετα, αποτελούμενα από 5-9 φυλλάρια, ωοειδή, πριονωτά, λεία, στην επάνω επιφάνεια και χνουδωτά στην κάτω. Το φυτό έχει άνθη λευκά, αρωματικά, τα οποία εμφανίζονται κατά το τέλος της ανοίξεως και τις αρχές του καλοκαιριού. Ο φλοιός και τα φύλλα του φυτού χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική. Ιδιαίτερα χρήσιμος είναι ο φλοιός του, απ’ όπου λαμβάνεται το «θαυματουργό» φαρμακευτικό υγρό, το οποίο χρησιμοποιείται σαν καθαρτικό. Θεραπευτική χρήση : Βήχας.

Φροξυλιά- Φρουσκλιά (Σαμπούκος). Θάμνος αυτοφυόμενος, φυλλοβόλος και γνωστός με τα ονόματα κουφοξυλιά, φροξυλιά, αφροξυλιά. Το ύψος του φθάνει τα 8-9 μέτρα, οι βλαστοί του είναι γκριζωποί και τα φύλλα του σύνθετα, βαθυπράσινα. Έχει άνθη λευκά, αρωματικά και καρπούς μελανούς. Τα άνθη της Φροξυλιάς (Σαμπούκου) χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην φαρμακοποιϊα καθώς αρωματίζουν διάφορα οινοπνευματώδη ποτά. Τα φρέσκα άνθη είναι άριστα εμετοκαθαρτικά, ενώ όταν ξεραθούν αποκτούν εφιδρωτικές ιδιότητες. Πολύτιμα επίσης είναι τα φύλλα, που συλλέγονται τέλος ανοίξεως, ο φλοιός των νεαρών βλαστών και οι καρποί του. Θεραπευτική χρήση: Γρίπη, εγκαύματα, ερυσίπελας, ηλιοεγκαύματα, καλόγηροι, κρυολόγημα, στηθάγχη, υδρωπικία, φακίδες κ.λ.π.

Φτέρη. Πολυετής αυτοφυής πόα φυτό, που απαντάται στις πλαγιές των «Κοκκαλίων» και σε όλες ορεινές περιοχές. Είναι γνωστή επίσης σαν αρρενόπτερις, φτέρα κ.ά. Ο Διοσκουρίδης την αναφέρει «πτέριν» και αποτελούσε ένα από τα αρχαιότερα φαρμακευτικά φυτά. Ο Πλίνιος διακρίνει δύο είδη φτέρες, την αρσενική και τη θηλική. Ο Γαληνός και ο Αέτιος το αναφέρουν ως «ανθελμινθικόν» φάρμακο. Έχει φύλλα μεγάλα, σύνθετα, με φυλλάρια λοβωτά. Η κάτω επιφάνεια των φυλλαρίων φέρει σε δύο σειρές παράλληλες προς τη μεσαία νεύρωση, νεφροειδείς σωρούς, που περιέχουν τα σπόρια. Οι ρίζες της φτέρης περιέχουν αιθέριο έλαιο, που θεωρείται σπουδαίο ταινιοκτόνο φάρμακο. Η συλλογή των ριζών γίνεται κατά το τέλος του θέρους ή αρχές του φθινοπώρου. Θεραπευτική χρήση: Από τη ρίζα του φυτού φτιάχνουμε αφέψημα που καταπολεμά τις αμοιβάδες και τα παράσιτα του εντερικού συστήματος. 


Χαμομήλι. Φυτό κοινότατο στην Ελλάδα με τα γνωστά ονόματα χαμόμηλο, μαρτολούλουδο, λουλούδι του Αγίου Γεωργίου κ.ά (Ο Γαληνός το αναφέρει χαμαίμηλον). Είναι φυτό ετήσιο με το χαρακτηριστικό λεπτό άρωμα. Ο βλαστός του είναι πολύκλαδος και τα φύλλα πτεροσχιδή. Τα άνθη του είναι κιτρινόλευκα και εμφανίζονται κατά τα μέσα της ανοίξεως. Είναι φυτό «θαύμα» με πλούσιες φαρμακευτικές ιδιότητες, αντισπασμωδικές,στομαχικές, απολυμαντικές, καταπραϋντικές, διουρητικές, αντιπυρετικές κ.λ.π. Πολύτιμο επίσης είναι και το αιθέριο έλαιο, που παραλαμβάνεται από τα άνθη του. Θεραπευτική χρήση: Έλκος στομάχου – δωδεκαδακτύλου, κολίτιδα, γρίπη, αρθρίτιδα, δυσμηνόρροια, κριθαράκι, παχυσαρκία, τέτανος, υστερία κά. Άν και θεωρείται ασφαλές βότανο,πρέπει να το αποφεύγουν οι έγκυες (είναι εμμηναγωγό), όσοι πάσχουν από άσθμα και όσοι έχουν αλλεργία σε μαργαρίτες ή χρυσάνθεμα. Σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να προκαλέσει εμετό. Επίσης, πρέπει να το αποφεύγουν όσοι παίρνουν αντιπηκτικά, βαρβιτουρικά, αντισπασμωδικά, υπνωτικά, αντικαταθλιπτικά, αντιισταμινικά, αντισυλληπτικά, ηρεμιστικά (βάλιουμ) ή άλλα ηρεμιστικά βότανα, καθώς και αλκοόλ. 

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: 
Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή αυτής της ιστοσελίδας, η βιοποικιλότητα σε ολόκληρη την οροσειρά της Πίνδου, από το φαράγγι του Βίκου μέχρι τον Τυμφρηστό, τις Παρυφές του Τυμφρηστού, την Οξυά την Οίτη και την Όρθρυ, είναι η πιο πλούσια της Ευρώπης. Τα είδη των φυτών που έχουν καταγραφεί ξεπερνούν τα 6.500 και τα ενδημικά είναι 1.150. Αντίστοιχα η Γερμανία, με έκταση σχεδόν τριπλάσια της Ελλάδος, έχει 2.700 είδη και 6 ενδημικά, η Αγγλία με  διπλάσια έκταση έχει 1.550 είδη και 16ενδημικά, η Ισπανία με τετραπλάσια έκταση έχει περίπου τον ίδιο αριθμό ειδών. 

Γκαρδιώνω: Παίρνω θάρρος, αναθαρρώ. «Φίλος γκαρδιακός».

Γούϊα: Η άκρη του υφάσματος.

Γούρμος: Ο ώριμος, ο γινωμένος καρπός.

Γρούμπα: Η καμπούρα, ο καμπούρης, το εξόγκωμα στην πλάτη.

Δοκιέμαι: Αντιλαμβάνομαι. «Σε δοκήθηκα όταν ήρθες».

Είναι ξεκαπίστρωτος: Ο χωρίς καλές αρχές, ο ανήθικος.

Ζαρκιάς:Ο ανυπότακτος, ο θρασύς.

Ζάρκος: Ο γυμνός, ο χωρίς προστασία.

Ζιαρίφ'κο: Το καχεκτικό, το άρρωστο, το αχαμνό.

Ζιαφέτι: Το φαγητό και γλέντι για κάποιο ευχάριστο γεγονός.

Θαλαπώνω: Κρύβω, εξαφανίζω. «Πού το θαλάπωσες και δεν το βρίσκω;».

Θαμπούλια: Πρωί - πρωί, σκοτοδίνη.

Θαραπαύομαι: Μένω ευχαριστημένος. «Θαραπαύτηκα ύπνο χθες βράδυ».

Θάφ' κα απ' την ντροπή μ': Ντροπιάστηκα πάρα πολύ.

Θρασεύω: Φουντώνω, μεγαλώνω. «Θράσεψαν οι καλαμποκιές μετά το πότισμα».

Θράσιος: Ο χαμένος χωρίς αιτία. «Αυτός πήγε θράσιος».

Θραψερός: Ο ζωηρός και γεμάτος ζωμό βλαστός των φυτών.

Θρουμπιάζω: Πεθαίνω, ψοφώ. «Έπεσε θρούμπα ή τον θρούμπιασαν».

Καζάντι-καζαντεύω: Το κέρδος, η προκοπή.

Κακοσιότροπος: Ο κακοφτιαγμένος σωματικά, ο σβαρνιάς.

Καλοπίχερα: Εύκολα, χωρίς κόπο. «Δεν θα πάρει αυτό καλοπίχερα».

Καρποστάλι: Το πολύ όμορφο κορίτσι, αλλά και έγχρωμη φωτογραφία.

Καστραβέτσι: Το μικρό άγουρο πεπόνι ή αγγούρι.

Κεσάτια: Η ανασφάλεια, η αναδουλειά. «Έχουμε κεσάτια».

Κλούκι: Το παραβλάσταρο στους τρυφερούς βλαστούς, η τσίμπλα.

Κοδέλα: Στράτα με ανηφορικές και εναλλασσόμενες στροφές.

Κολιάντζα: Η αρρώστια, το μύξιασμα, το τσίμπλιασμα.

Κοντότα: Η συνέχεια, η χωρίς διακοπή εξυπηρέτηση. «Έχω το γιατρό κοντότα».

Κοπρισιά: Τόπος με χλόη από το πολύ κόπρισμα.

Κουνούστιο: Η σχέση, η παρέα, η συναλλαγή. «Δε θέλω κουνούστιο μαζί σου».

Κριτσιανίζω: Μασώ με τα δόντια κάτι.

Κωλόκρα: Τα μαλλιά τα κοντά από την κοιλιά και το πίσω μέρος των ζώων.

Κωλοσκούτης: Ο σβαρνιάρης, ο κακοντυμένος, ο κωλοπανιασμένος.

Λάγανο: Αρρώστια στοματική στα χοντρικά ζώα.

Λαγγεύω: Λαχταρώ, σκιρτάω. «Λάγγεψε η καρδιά μου».

Λαγγιόλι: Η δίπλα της μαλλίνας ή της φουστανέλας.

Λαγιάζω: Ησυχάζω, μαζεύομαι. «Λάγιασε από τον φόβο του».

Λακνιά: Πολλά μαζί. «Αυτός έκανε μια λακνιά παιδιά».

Λακριδί: Το χαζομίλημα, η πολυλογία.

Λαμνί: Ο μακρόστενος σωρός του άχυρου και του σταριού στ' αλώνι.

Λέσιο: Το πολύ αδύνατο. Το πτώμα. «Βρωμάει σαν το λέσιο».

Λισβός: Ο αδύνατος, ο μικροκαμωμένος.

Λόθρα: Η καταστροφή. «Δεν έμεινε λόθρα (τίποτε)».

Λούζα: Εσοχή βράχου, σπηλιά, φωλιά άγριου ζώου.

Λωβιάζω: Μαγαρίζω.

Μ' έκοψε κρύος ιδρώτας: Φοβήθηκα από κάτι, ταράχτηκα.

Μάγγανα: Οι καυγάδες. «Φύγε από 'δω δε θέλω μάγγανα».

Μανατιάζω: Είμαι απασχολημένος με κάτι. «Είμαι μανατιασμένος».

Μαξούλι: Η παραγωγή, η καλή χρονιά για τα ζώα.

Μελέτι: Το σόι, η ράτσα. «Ξέρεις από τι μελέτι κρατάει η σκούφια του».

Μολαΐμικο: Το ήρεμο, το ήσυχο. «Μη φοβάσαι πέρνα, είναι μολαΐμικο ζώ­ο».

Μολεύω: Μολύνω, μεταδίδω κάποια αρρώστια.

Μονοκοπανιά: Μια και καλή. «Τον πήραν τα βάσανα μονοκοπανιά».

Μου πρόχει: Με βολεύει, με εξυπηρετεί.

Μουλτλάκ: Οπωσδήποτε, εξάπαντος.

Μουραπάδες: Τα παραμύθια, οι ανέκδοτες ιστορίες.

Μουσκ'φός: Ο ύπουλος, ο πονηρός, ο εχθρικός άνθρωπος.

Μουχός: «Έγινε μπουχός, έγινε άφαντος».

Μπερτάχι: Το δάρσιμο με τη γκλίτσα. «Τού 'δωσα ένα καλό μπερτάχι».

Μπιζιρίζω: Χαζεύω, υποαπασχολούμαι, δουλεύω με άνεση.

Μπινάρκα: Τα δίδυμα παιδιά ή ζώα.

Μπουχαρής: Η καμινάδα του τζακιού.

Μπουχτίζω: Βαριέμαι, αποκάνω. «Μπούχτισα, δεν αντέχω άλλο».

Μπόχα: Η ανυπόφορη βρωμιά, η δυσοσμία. «Με πήρε η μπόχα».

Μπροστούρα: Η διογκωμένη και προεξέχουσα κοιλιά.

Μπροχαλίζω: Καταβρέχω με νερό, που κρατώ στο στόμα (αμπούκα).

Νταβαντούρια: Φασαρία, δυνατός θόρυβος. «Απόψε είχαμε νταβαντούρια».

Νταμαχιάρης: Ο αχόρταγος, ο ανικανοποίητος. «Αυτός είναι νταμαχιάρης σ' όλα».

Νταραβέρι: Συναλλαγή, αλληλοβοήθεια. «Μ' αυτούς έχουμε νταραβέρι».

Ντερώνομαι: Τεντώνομαι για να ξεμουδιάσω. «Αυτός ντερώθηκε».

Ντζιανός: Ο σβέρκος. «Θα σου στρίψω το ντζιανό».

Ντιριέμαι: Επιφυλάσσομαι, ντρέπομαι. «Μη ντιριέσαι, φάε, λένε στον ξένο».

Ντουχνιάζω: Σηκώνω σκόνη, καπνό. «Ντούχνιασε ο τόπος από την αντά­ρα».

Ξεθαλιάς: Ο ψηλός, ο εύσωμος. «Πήρε άντρα ξεθαλιά».

Ξέθρα: Ο τόπος χωρίς θάμνους, το ξέφωτο, η φαλάκρα.

Ξενάρτσωτα: Τα χωρίς πληρωμή ή επιβάρυνση είδη.

Ξερνομή: Η ξερή τροφή των ζώων. Τα ξερόχορτα.

Ξεσβελιάζομαι: Καταστρέφομαι, χάνομαι. «Αυτή η οικογένεια ξεσβελιάστηκε».

Ξεσυνερίζομαι: Συναγωνίζομαι, παίρνω στα σοβαρά κάτι, παραβγαίνω.

Ξικεύω: Αφαιρώ, λιγοστεύω. «Με ξίκεψε ο μυλωνάς στο ζύγι».

Ξόμπλιο: Κεντίδι, στόλισμα.

Ξυλάστρα: Το ακόπριστο, το αγανό χωράφι.

Ολοσούμπιτος: «Ολόσωμος έπεσε μέσα σε κάτι, βούλιαξε ολόκληρος».

Παθής: Ο άρρωστος, αυτός που έπαθε κάτι. «Εγώ είμαι παθής».

Παλαμοδέρνω: Κακοποιώ, πληγώνω τις πατούσες των ξυπόλητων ποδιών.

Παλιομούσκι: Το μεγάλο μοσχάρι.

Πανωτίμι: Πάνω από την κανονική τιμή στην αλλαγή, η τράμπα.

Παραδέ: Προπαντός.

Παραπούλια: Παράρριζα, κωλοφούσια των φυτών.

Πέτακας: Απότομη πλαγιά, σάρα, γκρεμός.

Προσαμώνω: Σκεπάζω, παραχώνω, επικαλύπτω.

Προσμπούκι: Πρόχειρο φαγητό, κολατσιό.

Ραγολογάω: Διαλέγω τις κόκκινες ρόγες του σταφυλιού στ' αμπέλι.

Ρακαριό: Το μέρος που βγάζουν τα τσίπουρα με τα ρακοκάζανα.

Ρεγάλο: Το δώρο, η αμοιβή για κάποια εξυπηρέτηση.

Ρεκάζω-ρέκος: Φωνάζω δυνατά και άγρια. «Τον έκοψε ο ρέκος ή ρέκαξε από τον πόνο».

Ρεμπεσκές: Ο άχρηστος, ο τεμπέλης, ο ανίκανος.

Ρεντές: Δοχείο με νερό και ειδικό στραγγιστήρι το μπουτσινάρι.

Ριβώνω: Λοξεύω, αλλάζω στράτα.

Ριέμι: Υποχείριο, υποδουλωμένο. «Κατάντησε ριέμι στον καθένα».

Ρίπιο: Το ετοιμόρροπο, το κατεστραμμένο, το επικίνδυνο μέρος.

Ρογγατσίδι: Ο μικρός και άφυλλος θάμνος (ζγαντζοπούρνι).

Ρόννι-ροννιά: Ο αδιαπέραστος με θάμνους τόπος, ο δασωμένος.

Σάψαλο: Το γερασμένο, το παρηκμασμένο. «Αυτός σαψάλιασε».

Σε προσήφερα: Σε κοίταξα και σε αναγνώρισα από το σόι.

Σελετάω: Κινούμαι με επιφύλαξη, περπατάω αργά και κουρασμένα.

Σιάτρα: Το εύθυμο ανέκδοτο, το ευχάριστο κουτσομπολιό.

Σμέτι: Το τελευταίο στο κοπάδι, το αδύνατο, το αχαμνό, το μικρόσω­μο.

Σοϊλής-Ναμαρλής: Αυτός που κατάγεται από καλό σόι.

Σουρτούκης: Ο άτσαλος, ο άκομψος, ο κακοφτιαγμένος.

Σπουλάκι: Υποχρέωση. «Στό 'χω για σπουλάκι αυτό».

Σταλικοποδιάζω: Στέκομαι όρθιος, περιμένω με αγωνία κάτι.

Στανιό: Η δυσκολία. «Με το στανιό πέρασα τη μέρα».

Στραπάλαμα: Ο παραλυμένος, ο παραμορφωμένος, το σαράβαλο.

Στρουμπαριάζω: Φουσκώνω από το πολύ φαγητό και δεν χωνεύω εύκολα.

Στροφάζω: Κοιλοπονώ. «Στροφάζει το ζώο και κυλιέται κάτω».

Συνταρχάω: Παρακινώ, φροντίζω. «Συνταρχάω τη φωτιά με το ξυθάλι».

Συφερεύω: Νοικοκυρεύω, τακτοποιώ ιδίως την κουζίνα. (σύφερο: το σκεύ­ος).

Σφούρλα: Στροφή γύρω από τον εαυτό, γυροβολιά.

Τενιάζω: Κουράζομαι, αποκάνω. «Τένιασα, δεν αντέχω άλλο, θα πέσω κάτω».

Τενταρίκι: Ξαπλωμένος κάτω, εξαθλιωμένος από την κούραση.

Το έκοψα λάσπη: Από φόβο άλλαξα δρόμο, έφυγα...

Το καλούν οι μέρες: Η επισημότητα των γιορτών

Τον έκοψε η νίλα: Υπέφερε πάρα πολύ, βασανίστηκε.

Τορός: Τα ίχνη, πατήματα. «Το ζαγάρι έπιασε τορό».

Τραβ'γμοί: Οι πόνοι του τοκετού, οι συσπάσεις κατά τη γέννα.

Τραναρίζω: Κουνάω πέρα δώθε κάτι.

Τρεμοκουρίζω: Κρυώνω πολύ. «Τρεμοκουρίζει σαν το ζαγάρι από το κρύο».

Τριτσοβολάω: Οι ήχοι της φωτιάς. «Τριτσοβολάνε τα κούτσουρα στο τζάκι».

Τριψιάνα: Το τριμμένο ψωμί μέσα στο γάλα, ή άλλο ζουμερό φαγητό.

Τσαλαφούτι: Το φρέσκο γαλοτύρι στην καρδάρα.

Τσαλμάκι: Επιδέξια κίνηση στο χορό, ιδιοτροπία, κόλπο και τρόπος αποφυγής.

Τσεμπεσείρια: Τα διάφορα κουζινικά σκεύη.

Τσιαμπάς: Ο σβέρκος. «Τον έπιασα από τον τσιαμπά».

Τσιάχαλα: Τα μικρά αντικείμενα ή σκουπίδια.

Τσικροστύλιαρο: Το στύλιωμα του τσεκουριού.

Τσιλικώνω: Ενισχύω, δυναμώνω κάτι. «Τσιλικώνει ο σιδεράς τα σίδερα στ' αμόνι».

Τσιουπορίσιο: Το μικρόσωμο, αυτό που αντέχει στις κακοτοπιές.

Τσιρλοκοπιό: Η διάρροια, ο τόπος αποπατήματος.

Τσιρουτεύω: Ζημιώνω, αδυνατίζω, αρρωσταίνω.

Τσουρνάρα: Το σιγανό τρέξιμο του νερού της βρύσης.

Τσούχνω: Πίνω κάποιο ποτό ή βάζω φωτιά κάπου. «Αυτός τα έτσουξε».

Φαγάρι: Το φαγητό της μέρας. «Θέλω ένα ή δύο φαγάρια την ημέρα».

Φαλκίδι: Το κλαδευτήρι (φαλκιδεύω, κόβω κάτι).

Φαουλάτο: Το φαγώσιμο, το γλυκό, το ευχάριστο στη γεύση.

Φελί: Μικρό κομμάτι. «Πάρε ένα φελί πίτα».

Φέξο: Το καντήλι, το λυχνάρι, το δαυλί.

Φερσάδα: Μικρό πέρασμα, σχισμή.

Φλέγγα: Η μικρή φέτα ξύλου από το πελέκημα του ξύλου ή τυριού.

Χαβάς: Ο ευνοϊκός ή μη καιρός. Ο κατάλληλος καιρός για σπορά.

Χαβώνομαι: Αιφνιδιάζομαι, πιάνεται η γλώσσα. «Τον χάβωσε λύκος».

Χαζιρεύω: Τελειώνω, βρίσκομαι στο τέλος κάποιας εργασίας.

Χαζοπρεμέτης: Ο κουτός, ο χαζός. «Παντρεύτηκε ένα χαζοπρεμέτη αυτή».

Χαλεύω: Ζητιανεύω, ζητώ. «Μου χάλεψε δανεικά», «Τι χαλεύεις εδώ;».

Χανταβάρα: Η καταστροφή, ο κατήφορος, η φασαρία.

Χαραμοφάης: Ο τεμπέλης, ο ανάξιος, ο ανεπρόκοπος.

Χαράρι: Μεγάλο σακί από χεράμι για το κουβάλημα του άχυρου.

Χαρέλια: Οι μικροχαρές των παιδιών, αλλά και οι φοβέρες (τα χαρέλιας).

Χλίβομαι - χλιμάρα: Αγωνίζομαι, προσπαθώ να επιτύχω κάτι με πολλούς κόπους.

Χολογιέμαι: Βογγώ, υποφέρω (βογγητό).

Χολοπαθιέμαι: Βασανίζομαι, υποφέρω. «Χολοπαθιόταν ο δόλιος».

Χολοσκάω: Στενοχωριέμαι πολύ. «Με χολόσκασε μέχρι να το φτιάξω».

Χούγια: Οι άσχημες συνήθειες, οι ιδιοτροπίες.

Χουγιατά: Οι φωνές του τσοπάνη, για την απομάκρυνση των λύκων. Το χουχούτεμα.

Χωρατό: Το αστείο, το πείραγμα, η ευχάριστη συζήτηση.

Ψωμοχλίψη: Ο δύσκολος αγώνας για την εξασφάλιση του ψωμιού της φα­μελιάς.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου